(Προδημοσίευση από το υπό έκδοση βιβλίο του Βλάση Γ. Ρασσιά «Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία.
Θεολογία και Πράξις»).
Articles in Greek & English
Με τον όρο «Ελληνική Εθνική Θρησκεία» εννοούμε το σύνολο των «νομιζομένων» των Εθνικών
(δηλαδή μη χριστιανών) Ελλήνων του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, για τον
Κόσμο, για τους Θεούς, για την εκδηλωμένη φύση, για τα ζώα και τους ανθρώπους. Η Ελληνική
Εθνική Θρησκεία, είναι μία Θρησκεία πολυθεϊστική, εθνική, οργανική και, κυρίως, φυσική, δεν έχει
δηλαδή ιδρυθεί από έναν ή περισσότερους ανθρώπους, «προφήτες» ή «θεανθρώπους», αλλά
αποτελεί μία δίχως αρχή και τέλος πνευματική συνεξέλιξη με την βιολογική, κοινωνική, πολιτική και
πολιτισμική οντότητα του έθνους που λέγεται Ελληνικό.
Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία, με εντελώς δικές της κατηγορίες και αναφορές, αποτελεί ένα πλήρες
κοσμοαντιληπτικό, θεολογικό, ηθικό και λατρευτικό σύστημα, όχι μόνο εντελώς ασύμβατο προς την
νυν κρατούσα Θρησκεία, αλλά και ολοκληρωτικά αντίθετο προς αυτήν. Εκτός από την πολύ χυδαία
μορφή μίας «interpretatio christiana» (χριστιανικής δηλαδή «ερμηνείας», ή μάλλον παρερμηνείας
της), την οποία μας παρουσίασαν οι μισαλλόδοξοι και βέβηλοι χριστιανοί θεολόγοι που στα
παραληρηματικά πονήματά τους ελεεινολογούν και βρίζουν με τον χειρότερο τρόπο τα ιερά
σεβάσματα των Ελλήνων, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος μίας αθέλητης επίσης χριστιανικής και άρα
άκυρης, ερμηνείας, η οποία προκαλείται απλώς από το γεγονός ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι έχουν
κατά κανόνα υποστεί συστηματικό προγραμματισμό της σκέψης και του φαντασιακού τους από την
εξ οικείων μετάδοση, τα ελεγχόμενα σχολεία και την διαρκή προπαγάνδα του Χριστιανισμού. Οι
Louise Bruit Zaidman και Pauline Schmitt Pantel γράφουν πολύ σωστά στο κεφάλαιο
«Συμπεράσματα» του βιβλίου τους «La Religion Grecque dans les cites a l epoque classique» («Η
Θρησκεία στις Ελληνικές Πόλεις της Κλασικής Εποχής», Αθήνα, 2004): «Η τάση να μελετούμε την
Ελληνική Θρησκεία, ευνοώντας ορισμένες πλευρές της που φαίνεται ότι προανήγγελλαν μία
ανώτερη ευσέβεια, η οποία ήταν πλησιέστερη προς τις χριστιανικές αξίες, οδήγησε συχνά στην
ερμηνεία των λατρευτικών πρακτικών ορισμένων μειοψηφιών, όπως ήταν οι Πυθαγόρειοι και οι
Ορφικοί, ως προάγγελους μιας άλλης αντίληψης του Θείου. Με την ίδια λογική, οι μυστηριακές
λατρείες και οι μυητικές τελετές ερμηνεύτηκαν συχνά με τους όρους σωτηριολογικών Θρησκειών
και παρουσιάσθηκαν ως μία προετοιμασία για το επέκεινα, για μία μετά θάνατον ζωή, κάτι όμως
που δεν συνάδει με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις στα πλαίσια των Ελληνικών πόλεων».
Οι διαφορές της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας από τον Χριστιανισμό είναι πάμπολλες, μερικές
μόνον των οποίων θα παραθέσουμε εδώ, για να γίνει στοιχειωδώς κατανοητή η άβυσσος διαφοράς
που υπάρχει ανάμεσα στις δύο πλευρές, δημιουργώντας όχι μόνον αντιδιαμετρικές και
αντιμαχόμενες αντιλήψεις για τα πράγματα, αλλά και αντιδιαμετρικούς και αντιμαχόμενους τύπους
ανθρώπου με αντιδιαμετρικούς και αντιμαχόμενους τρόπους ζωής.
Α. Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία αποτελεί μία εξαιρετικά υψηλού επιπέδου, φυσική και όχι
ιδρυθείσα, Θρησκεία, η οποία βασίζεται επάνω στην αλήθεια του Κόσμου, αντί σε διάφορες
ονειροπολήσεις για τον Κόσμο, και δέχεται την πραγματικότητα όπως εκείνη είναι, αντί όπως την
θέλει να είναι η ανθρώπινη ανασφάλεια. Αναγνωρίζει την Δικαιοσύνη και την Αρμονία ως
κυρίαρχους νόμους του Σύμπαντος, αντί να προβάλλει με βέβηλο τρόπο διάφορα ανθρώπινα ή
ζωώδη συναισθήματα (λ.χ. αγάπη, φόβο, ζήλεια, κ.ο.κ.) στις σφαίρες των Θεών. Δεν ηθικολογεί,
δεν δικάζει υποτιθέμενους αμαρτωλούς, ούτε εκφοβίζει ανασφαλείς ανθρώπους, αλλά διδάσκει τον
άνθρωπο την ύψιστη σοφία τού να αποδέχεται την πραγματικότητα, να συμμετέχει σε αυτή και να
τιμά όλα εκείνα που την συνέχουν (δηλαδή τους φυσικούς νόμους και τους Θεούς).
Β. Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία έχει κυρίως συλλογική διάσταση και ασκεί ευεργετική διαπλαστική
επίδραση επάνω στην κοινότητα. Ο ιερέας της αποτελεί τον εκπρόσωπο, συχνά μάλιστα
εκλεγμένο, της κοινότητος απέναντι στους Θεούς, πρωτεύοντα δε ρόλο παίζει όχι το θεολόγημα
αλλά η πράξις, η επαναλαμβανόμενη τελετουργία η οποία διατηρεί αδιάσπαστη την αόρατη
αλυσίδα της ζωής των γενών, η οποία ενώνει το παρελθόν με το μέλλον και τους προγόνους με
τους απογόνους. Αντιθέτως, ο Χριστιανισμός κατευθύνει τον εξατομικευμένο άνθρωπο σε
προσπάθεια προσωπικής επικοινωνίας με τον Θεό και ακυρώνει κάθε κοινότητα έξω από την αντι-
κοινότητα (μία επιβεβλημένη κοινότητα που θέλει να αφανίσει όλες τις κανονικές κοινότητες) που
αυτο-αποκαλείται «Εκκλησία». Ο ιερέας του δεν αποτελεί εκπρόσωπο τού «εκκλησιάσματος»
απέναντι στον εχθρό των Θεών Θεό των χριστιανών, αλλά εκπρόσωπός του απέναντι στους
ανθρώπους, πρωτεύοντα δε ρόλο παίζει όχι η πράξις, από την οποία εξαιρούνται οι τελευταίοι,
αλλά το θεολόγημα, στην υπηρεσία του οποίου βιοπορίζονται αμέτρητοι «θεολόγοι», δηλαδή
διαχειριστές της ακαταληψίας και του παραλογισμού.
Γ. Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία δέχεται το Σύμπαν ως αιώνια και μοναδική πραγματικότητα, ενώ
αντιθέτως ο Χριστιανισμός πιστεύει ότι αυτό δεν είναι παρά μία κατασκευή («κτίσμα») ενός Θεού
που τάχα προϋπήρχε. Το υποτιθέμενο «κτίσμα» έχει μία χρονική αρχή, άρα και ένα χρονικό τέλος,
συνεπώς για τους χριστιανούς δεν είναι αιώνιο.
Δ. Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία δέχεται ότι τίποτε δεν υπάρχει έξω από το Σύμπαν, συνεπώς όλα
τα δημιουργικά του αίτια και οι Θεοί βρίσκονται μέσα σε αυτό, ενώ αντιθέτως ο Χριστιανισμός
πιστεύει ότι ο υποτιθέμενος Δημιουργός Θεός του βρίσκεται έξω από το Σύμπαν και απλώς το
διαχειρίζεται ως ιδιόκτητο αντικείμενό του.
Ε. Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία δέχεται τους Θεούς ως μη προσωπικά όντα και ταξιθέτες,
υποχρεωμένους να σέβονται τους φυσικούς νόμους που οι ίδιοι έθεσαν προς χάρη της ευταξίας
του Κόσμου, ενώ αντιθέτως ο Χριστιανισμός πιστεύει ότι ο Θεός του είναι πρόσωπο και μονάρχης,
ελεύθερος να συμπεριφερθεί κατά βούληση στο «κτίσμα» του ή στα αμέτρητα τμήματά του.
ΣΤ. Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία δέχεται πολλούς Θεούς ως αυτονόητες πληθύνσεις της αρχικής
εσωκοσμικής θεϊκής υπόστασης, ενώ αντιθέτως ο Χριστιανισμός πιστεύει ότι ο εξωκοσμικός Θεός
του (με το «άρρητο» τετραγράμματο όνομα, YHVH, σε ανάπτυξη Ιαχωβά) είναι ένας και μοναδικός,
υβρίζοντας κατά συνέπεια τις άλλες αθάνατες οντότητες σαν «δαίμονες» («omnes enim dii gentium
daemonia», «όλοι οι Θεοί των Εθνών είναι δαίμονες»).
Ζ. Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία απορρίπτει ως παντελώς παράλογη την ύπαρξη ενός «Κακού», το
οποίο υποτίθεται ότι στέκει διαχωρισμένο, αυτόνομο και αυτεξούσιο, αφού το λεγόμενο «Κακό»
μπορεί να υπάρξει ως σχετική μόνο και συγκριτική έννοια, απέναντι σε εκείνη του «Αγαθού». Στον
Χριστιανισμό αντιθέτως, η αυτόνομη ύπαρξη του «Κακού» αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη δόγματα
της πίστης του. Ακόμα χειρότερα, στο υποτίθεται αυτόνομο «Κακό», ο Χριστιανισμός δίνει
προσωπική υπόσταση, χειροτερεύοντας την προϋπάρξασα αντίληψη του Ιουδαϊσμού περί
«αντίπαλου» του Θεού, αλλά απρόσωπου «Κακού»,
Η. Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία δέχεται ότι το Σύμπαν διέπεται από μία άθραυστη νομοτέλεια, ότι
τα πράγματα και τα γεγονότα ακολουθούν μία «Ειμαρμένη» (η λέξη ετυμολογείται από το ρήμα
«μείρομαι», δηλ. λαμβάνω σε μοιρασιά το τμήμα που μου ανήκει, ο τύπος του οποίου ρήματος
στον παρακείμενο χρόνο της παθητικής φωνής είναι «είμαρμαι»), καθώς και ότι ο χρόνος που
διαμορφώνει αυτά τα πράγματα και γεγονότα δεν είναι γραμμικός, ενώ αντιθέτως ο Χριστιανισμός
πιστεύει ότι το «κτίσμα» διέπεται από την διαρκή θεϊκή παρεμβατικότητα, ότι τα πράγματα και τα
γεγονότα ρυθμίζονται από την Πρόνοια του Θεού, καθώς και ότι ο χρόνος είναι γραμμικός.
ΠΗΓΗ:
http://www.rassias.gr/1064.html
ΙΗΣΟΥΣ: ΚΗΡΥΚΑΣ ΜΙΣΟΥΣ,
ΔΙΧΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΙΣΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Για τα πλείστα εδάφια της Παλαιάς Διαθήκης ρατσιστικού, ανήθικου, απάνθρωπου, ανθελληνικού κ.τ.λ. περιεχομένου (όπως π.χ. «εξεγειρώ τα τέκνα σου Σιών επί των τέκνων των Ελλήνων» («Ζαχαρίας» θ΄13-15), «θα εξολοθρεύσω τους Κρήτες» («Ιεζεκιήλ» κε΄16-17) κ.λ.π., έχει γίνει αρκετός λόγος. Βρισκόμενοι σε κατάσταση άμυνας οι οπαδοί του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος άρχισαν να κάνουν λόγο για αποβολή της «Παλαιάς Διαθήκης» από τον Κανόνα της Εκκλησίας καθότι αναφέρεται σε κηρύγματα μίσους και διχόνοιας της εβραϊκής ιστορίας. Θέτουν όμως παράλληλα την «Καινή Διαθήκη» στο απυρόβλητο, καθότι -σύμφωνα με τα λεγόμενά τους- μέσα στα κείμενά της διδάσκεται η αγάπη, έχει επηρεαστεί κι είναι σε πλήρη αρμονία με το αρχαιοελληνικό πνεύμα. Ο χωρισμός της «Παλαιάς» από την «Καινή Διαθήκη» δεν μπορεί βέβαια να γίνει καθότι ο ίδιος ο Ιησούς μας λέει: «Δεν ήλθα για να καταλύσω το νόμο ή τους προφήτες, αλλά για να συμπληρώσω» («κατά Ματθαίο» ε΄17), «άν πιστεύετε στον Μωϋσή πιστεύετε και σ'; εμένα γιατί για μένα εκείνος έγραψε κι αν δεν πιστεύετε στα γραπτά εκείνου πώς θα πιστέψετε στα λόγια μου;» («κατά Ιωάννη» ε΄46-47) και «ερευνάτε τας γραφάς (εννοεί την «Παλαιά Διαθήκη», η «Καινή» δεν είχε ακόμη γραφτεί) γιατί εκείνες περιέχουν μαρτυρίες για μένα» («κατά Ιωάννη» ε΄39). Στο παρόν άρθρο θα δείξω, ότι από τα ίδια τα κείμενα της «Καινής Διαθήκης» δεν προκύπτει καμμία διαφορά από την «Παλαιά» γιατί και τα δύο βιβλία παραμένουν αδιάσπαστα τόσο στις «ιδέες» όσο και στις «διαθέσεις», ο δε Ιησούς Χριστός δεν είναι κήρυκας αγάπης όπως προβάλλεται, αλλά αντιθέτως προβαίνει σε κηρύγματα απίστευτου μίσους, διχόνοιας, διχασμού κι έντονου μισελληνισμού.
«Ήταν μερικοί Έλληνες μεταξύ εκείνων που είχαν ανεβεί για να προσκυνήσουν κατά την εορτή. Αυτοί λοιπόν ήλθαν στον Φίλιππο ο οποίος ήταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και του είπαν: Κύριε, θέλουμε να δούμε τον Ιησού';. Έρχεται ο Φίλιππος και το λέει στον Ανδρέα και ο Ανδρέας κι ο Φίλιππος το λέγουν στον Ιησού. Ο Ιησούς αποκρίθηκε σ'; αυτούς: Ήλθε η ώρα για να δοξαστεί ο υιός του ανθρώπου';» («κατά Ιωάννη» ιβ΄20-23). Αυτό είναι το περίφημο απόσπασμα στο οποίο κατά κόρον αναφέρονται οι ελληνορθόδοξοι στην προσπάθειά τους να απαντήσουν στις επικρίσεις που δέχονται για το ανθελληνικό μένος των γραφών και να αποδείξουν ότι ναι μεν η «Παλαιά Διαθήκη» γράφει αίσχη για τους Έλληνες, ο Ιησούς όμως ήταν πολύ διαφορετικός κι έβαλε τα πράγματα στη θέση τους επειδή δήθεν μας αγαπούσε.
Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν πρόκειται για Έλληνες στο γένος και αυτό γίνεται φανερό από το ίδιο το κείμενο. Ας εξετάσουμε με προσοχή το επίμαχο απόσπασμα. Κατ'; αρχήν οι «Έλληνες» αυτοί ανέβαιναν να προσκυνήσουν στην εορτή. Για μας τους Έλληνες ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της φυλής μας είναι η υπερηφάνεια. Αισθανόμαστε υπερήφανοι για τα πάντα: για την πατρίδα μας, για τους προγόνους μας, την ιστορία μας, τη γλώσσα μας, την ευφυΐα μας. Η λέξη υπερηφάνεια προέρχεται από το ρήμα φαίνω που σημαίνει φέρω στο φως, εκθέτω, επιδεικνύω. Ο υπερήφανος λοιπόν είναι ο υπερφανής, ο φαινόμενος υπέρ των άλλων, ο επαιρόμενος για μια αρετή, ο υψηλόφρων. Ο υπερήφανος επιδεικνύει τον εαυτό του, αλλά για να το επιτύχει αυτό δεν πρέπει να συρρικνώνει το σώμα του, αλλά να υιοθετήσει ένα ευθυτενές παράστημα και ανάλογο βάδισμα. Ο υπερήφανος δεν φοβάται. Προσεύχεται στο θεό του με τα χέρια ψηλά. Δεν γονατίζει. Δεν προσκυνά. Δεν σέρνεται για να εγείρει τον οίκτο του θεού του. Δεν επιζητεί καν τον οίκτο του θεού του για τη σωτηρία του τομαριού του. Γνωρίζει ότι μέσα στη φύση είναι και η ευτυχία και η συμφορά και τις καλοδέχεται και τις δυο. Ο υπερήφανος δεν σκύβει το κεφάλι του μπροστά σε κανέναν, ούτε ακόμη και μπροστά στο θεό τον ίδιο. Όταν οι Αργοναύτες αντίκρισαν τον Απόλλωνα, μας ιστορεί ο Απολλώνιος ο Ρόδιος, στα «Αργοναυτικά» (Β΄674-684), «όλοι θαμπώθηκαν όταν τον είδαν και κανείς τους δεν τόλμησε να σηκώσει τα μάτια να κοιτάξει τα λαμπερά εκείνα μάτια του θεού. Στάθηκαν ρίχνοντας το βλέμμα τους στη γη». Δεν έπεσαν oι ίδιοι στη γη, στάθηκαν όρθιοι, κατεβάζοντας απλά το βλέμμα τους από σεβασμό προς το θεό. Οι Έλληνες επομένως ποτέ δεν προσκυνούσαν.
Ακόμα κι αν προσκυνούσαν όμως, αυτοί οι συγκεκριμένοι «Έλληνες» που περιγράφει ο Ιωάννης ανέβαιναν για να προσκυνήσουν στην εορτή. Ποια ήταν αυτή η εορτή; Λίγες παραγράφους νωρίτερα, από την αρχή του ιβ΄ και εντεύθεν μας πληροφορεί ότι επρόκειτο για το Πάσχα τη μεγάλη αυτή εβραϊκή εορτή. Και συνεχίζει: «Την επομένη μέρα πολύς κόσμος είχε έρθει για την εορτή, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα, πήραν κλάδους από φοίνικες και βγήκαν προς προϋπάντησή του κι έκραζαν: Ωσαννά, ευλογημένος να είναι εκείνος, που έρχεται στο όνομα του Κυρίου (του Γιαχβέ), ο βασιλεύς του Ισραήλ';. Ο δε Ιησούς βρήκε ένα μικρό όνο κι εκάθησε επάνω του, καθώς ήταν γραμμένο. Μη φοβάσαι, θυγατέρα Σιών, να ο βασιλεύς σου έρχεται καθισμένος σ'; ένα πουλάρι όνου». To κείμενο μας μιλάει για το βασιλέα του Ισραήλ, όχι το βασιλέα της Ελλάδας και για τη θυγατέρα Σιών, όχι για τη θυγατέρα Ελλάδα. Το τι σχέση έχουν όλα αυτά μ'; εμάς τους Έλληνες και το «Ελληνικό Πάσχα» που εορτάζουν οι σύγχρονοι Έλληνες, μόνον οι ελληνορθόδοξοι κύκλοι μπορούν να «ερμηνεύσουν».
Με ορμητήριο τις εβραϊκές κοινότητες στην Ελλάδα
Ας μην ξεφύγουμε από το θέμα μας όμως. «Όταν πέρασε την Αμφίπολη και την Απολλωνία (ο Παύλος) ήλθε στη Θεσσαλονίκη όπου ήταν η συναγωγή των Ιουδαίων και σύμφωνα με τη συνήθειά του πήγε σ'; αυτούς και επί τρία Σάββατα συνδιαλεγόταν μαζί τους πάνω στις γραφές» («Πράξεις» ιζ΄1-2). Στην Αθήνα προσέγγισε πρώτα την συναγωγή των Ιουδαίων, όπου βρήκε ομοεθνείς του για σίτιση, στέγαση, προστασία και ποίμνιο («Πράξεις» ιζ΄17) και στη συνέχεια όταν πήρε θάρρος, άρχισε να γυρίζει στην αγορά και να μιλά με τους «παρατυγχάνοντας», δηλαδή με τους θαμώνες και τους περαστικούς. Στην Κόρινθο τα ίδια: οι πρώτοι προσήλυτοι ήταν Ιουδαίοι, ο Ακύλας και η σύζυγός του Πρίσκιλλα («Πράξεις» ιη΄2). Ο Παύλος μάλιστα φιλοξενήθηκε από τον Ιούστο, που στο σπίτι του μοιράζονταν τον ίδιο τοίχο με τη συναγωγή («Πράξεις» ιη΄7). Σε όλες τις πόλεις «διελέγετο εν τη συναγωγή»: («Πράξεις» ιη΄4, ιη΄19, ιη΄26, ιθ΄. Μολονότι τα περισσότερα κείμενα που συμπεριλαμβάνονται στην «Καινή Διαθήκη» είναι γραμμένα στην Ελληνική γλώσσα αυτό δεν θα έπρεπε να μας προξενεί ούτε ίχνος υπερηφάνειας, αφού ούτε για την Ελλάδα μιλούν, ούτε Ελληνικούς σκοπούς εξυπηρετούν. Γράφτηκαν στα Ελληνικά από Εβραίους συγγραφείς (όχι απαραίτητα από αυτούς που δηλώνουν) επειδή οι Εβραίοι για αιώνες είχαν χάσει τη γλώσσα τους. Ελλήνιζαν, τόσο στη γλώσσα όσο και στα ήθη. Αθλούνταν, πλένονταν και αποποιούνταν έως και την περιτομή τους που προσπαθούσαν να την καλύψουν. Κανένα από τα κείμενα, είτε της «Παλαιάς» είτε της «Καινής Διαθήκης» δεν απευθύνεται σε Έλληνες. «Αυτούς τους δώδεκα έστειλε ο Ιησούς και τους παράγγειλε τα εξής: Προς τους εθνικούς μην πηγαίνετε και στην πόλη των Σαμαρειτών μην μπαίνετε, αλλά πηγαίνετε μάλλον στα χαμένα πρόβατα της γενεάς του Ισραήλ';». («κατά Ματθαίο» ι΄5-6). Όταν ο Παύλος αποστέλλει επιστολές προς Εφεσίους, Φιλιππησίους, Θεσσαλονικείς ή Κορινθίους κ.λ.π., δεν τις αποστέλλει στους Έλληνες των πόλεων αυτών, αλλά στους Εβραίους που ζουν στις Ελληνικές πόλεις και που υπήρξαν οι πρώτοι προσήλυτοι στο Χριστιανισμό, όχι από δική τους αυθόρμητη προσχώρηση αλλά μετά από εντολή που πήραν από τους ραβίνους τους, να υποδυθούν τους πιστούς της νέας θρησκείας. Όπου δηλαδή γίνεται δηλαδή αναφορά για Εφεσίους, εννοείται ότι είναι οι Εβραίοι της Εφέσου κι όχι οι Έλληνες, όταν γίνεται αναφορά στους Κορινθίους, εννοείται ότι πρόκειται για τους Εβραίους της Κορίνθου. Οι Έλληνες δεν είχαν καμμιά σχέση με όλα αυτά. Ο Νόμος δεν διδάσκεται στους Έλληνες το γένος. Οι Απόστολοι, γράφει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος («Εις τας Πράξεις, Ομιλία ΚΕ΄» «δεν κήρυτταν το θείο λόγο σε κανένα παρά μόνο στους Ιουδαίους» («μηδενί λαλούντες το λόγο ει μη μόνον Ιουδαίοις» «Πράξεις» ια΄19-20) και συνεχίζει: «Δεν το έκαναν αυτό φοβούμενοι τους ανθρώπους, αλλά το έκαναν τηρώντας το Νόμο». Υπήρχαν όμως και κάποιοι Κύπριοι και Κηρυναίοι οι οποίοι «ελάλουν προς τους Ελληνιστάς, ευαγγελιζόμενοι τον Κύριον Ιησούν» («Πράξεις» ια΄20) και διευκρινίζει ο Χρυσόστομος «Ίσως επειδή δεν γνώριζαν τα Εβραϊκά τους ονόμαζαν Έλληνες». Στη συνέχεια ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος επανέρχεται στο θέμα («Εις τας Πράξεις, Ομιλία Λ΄»): «Συνέβη δε και στο Ικόνιο το ίδιο να μπούν στη συναγωγή των Ιουδαίων και να μιλήσουν έτσι ώστε να πιστέψει μεγάλο πλήθος από τους Ιουδαίους κι από τους Έλληνες». Ως γνωστόν δεν συναντά κανείς Έλληνες στη συναγωγή. Είναι καταφανές πως πρόκειται για Εβραίους που έχασαν τη γλώσσα τους και μιλούσαν Ελληνικά.
Ας δεχθούμε όμως ότι οι σημερινοί Έλληνες που έχουν υποστεί τη συνεχή επί σχεδόν δεκαεπτά αιώνες προπαγάνδα της πνευματικής σκλαβιάς έχουν «πεισθεί» ότι το Πάσχα είναι Ελληνική εορτή. Οι Έλληνες όμως του 33 μ.Χ. γνώριζαν το Πάσχα; Aσφαλώς όχι! Ήταν Έλληνες λοιπόν εκείνοι που ζήτησαν να δουν τον Ιησού; Όχι βέβαια! Εβραίοι ήταν κι αυτοί, κάτοικοι ίσως της Ελλάδας, που μιλούσαν όμως Ελληνικά και τίποτε περισσότερο. Αποκαλούνται Έλληνες προκειμένου να διακριθούν από τους υπόλοιπους Εβραίους που δεν μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Η μονομερής επανάληψη ενός και μοναδικού ομιχλώδους και δήθεν κολακευτικού εδαφίου και η αποσιώπηση όλων των άλλων που καταφαίνονται με ξεκάθαρες διαθέσεις εναντίον των Ελλήνων όπως θα αναλύσουμε παρακάτω, μόνον δόλια μπορεί να χαρακτηρισθεί.
Ας εξετάσουμε τώρα τι γνώμη είχε ο Ιησούς για τους αυθεντικούς Έλληνες. Ο Ματθαίος (ιε΄22-2 και ό Μάρκος (ζ΄25-30) περιγράφουν μία πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Πρόκειται για την θεραπεία της κόρης μιας γυναίκας πού παρουσιάζεται ως κανονική Ελληνίδα, όχι Εβραία που μιλούσε Ελληνικά, καθότι γίνεται σαφής διάκριση: Είναι «Ελληνίδα Συροφοινίκισσα στο γένος» («κατά Μάρκο» ζ΄ 26). Εδώ θέλει αρκετή προσοχή γιατί μόνο το πρωτότυπο κείμενο μιλάει για Ελληνίδα. Αν διαβάζετε το κείμενο στη νεοελληνική απόδοση των Χριστιανών μεταφραστών, κατά κανόνα μεταφράζουν το «Ελληνίδα» σε «ειδωλολάτρις» οπότε ο ανυποψίαστος αναγνώστης προσπερνάει το κείμενο χωρίς να αντιληφθεί την πραγματική σημασία του. Η γυναίκα αυτή λοιπόν έπεσε στα πόδια του Ιησού παρακαλώντας τον να θεραπεύσει την άρρωστη κόρη της, καθότι ο Ιησούς εμφανίζεται κατ' εξοχή ως θεραπευτής. Ξέρετε όμως ποια ήταν η αντίδρασή του; «Κι εκείνος δεν της αποκρίθηκε ούτε μία λέξη. Και τότε οι μαθητές τον πλησίασαν και του είπαν διώξε την γιατί φωνάζει από πίσω μας. Κι εκείνος τους αποκρίθηκε: Δεν είμαι σταλμένος παρά μόνο για τα χαμένα πρόβατα του οίκου του Ισραήλ. Δεν είναι σωστό να παίρνεις το ψωμί από τα παιδιά και να το δίνεις στα σκυλιά';». (Η λέξη είναι «κυνάρια», δηλαδή μικρά σκυλιά) («κατά Ματθαίον» ιε΄26 και «κατά Μάρκο» ζ΄27-2. «Ναι, Κύριε» του απάντησε τότε ή γυναίκα, «αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα πού πέφτουν κάτω από το τραπέζι των κυρίων τους». Τότε μόνον ικανοποιήθηκε αυτός και «θεραπεύτηκε η κόρη της από την ώρα εκείνη».
Η συμπεριφορά του «Υιού του Θεού» στο περιστατικό αυτό, δεν εγείρει καμμία αμφιβολία, είναι σαφέστατη: Θεωρεί τους Έλληνες σκυλιά που δεν αξίζει να τρώνε ούτε τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους, των Εβραίων!
Πέραν αυτού όμως, μια τέτοια συμπεριφορά γεννά κι ορισμένα επί πλέον ερωτήματα. Ή πρώτη αντίδρασή του, όπως είδαμε, ήταν να αρνηθεί την θεραπεία. Οι αρχαίοι Έλληνες ιατροί, άλλα και οι σύγχρονοι, ορκίζονται τον περίφημο «Όρκο του Ιπποκράτη» στον όποιο συνομολογούν πως θα ασκήσουν την τέχνη τους σε κάθε έναν που θα τους το ζητήσει, είτε αυτός είναι άνδρας, γυναίκα, ελεύθερος η δούλος. Σε κανένα σημείο του Όρκου δεν υπάρχει περιορισμός της άσκησης του επαγγέλματός τους επειδή ο ασθενής είναι αλλόφυλος ή αλλόθρησκος. Ο Ιπποκράτης ούτε καν το σκέφτεται να κάνει τέτοιου είδους διακρίσεις. Ο Ιησούς όχι μόνο το σκέφτεται αλλά και το εφαρμόζει. Η θεραπευτική δεινότητα του Ιησού ήταν τελικά ένα καρβέλι ψωμί, δηλαδή περιορισμένο σε ποσότητα και όταν παρείχε μερικά ψίχουλα σε κάποιον αλλόφυλο αυτό σήμαινε ότι τα στερούσε από τα «χαμένα πρόβατα του Ισραήλ»; Γνωρίζει περιορισμούς η Χριστιανική Θεία Χάρις;
Στις «Πράξεις» επίσης (κα΄28-29) διαβάζουμε ακόμα ένα απίστευτο απόσπασμα για τους Έλληνες: «Μέχρι και Έλληνες έβαλε μέσα στο ιερό και μόλυνε τον άγιο τούτο τόπο».
Η σκληρότητα αυτή του Ιησού δεν είναι μοναδική στην «Καινή Διαθήκη», αντιθέτως μάλιστα. Την ίδια σκληρότητα συναντούμε στην με σκαιό τρόπο αποπομπή της μητέρας του και των αδελφών του όταν πήγαν να τον δουν στην Γαλιλαία που δίδασκε («κατά Ματθαίο» ιβ΄46-50, «κατά Μάρκο» γ΄31-35 , «κατά Λουκά» η΄19-20). Στο «κατά Ιωάννη» β΄4, όταν του μιλάει η μητέρα του, την μία από τις δύο φορές που μιλάνε στο Ευαγγέλιο, ο Ιησούς της λέει εν ψυχρώ: «Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σ'; εμένα και σ'; εσένα, γυναίκα;».
Γενικός διχασμός, διχόνοια και διαίρεση
Το αποκορύφωμα της σκληρότητας και της εκδίκησης (της άδικης εκδίκησης), το συναντούμε στο επεισόδιο με τη συκιά οπού ο Ιησούς την καταράστηκε κι εκείνη ξεράθηκε, επειδή δεν βρήκε σύκα να φάει. Και να φαντασθεί κανείς ότι «δεν ήταν ο καιρός των σύκων» («κατά Ματθαίο» κα΄18-20, «κατά Μάρκο», ια΄13-14, 20-23). Εδώ δεν πρόκειται μόνον για κακότητα και κακοήθεια. Υπεισέρχεται, και ο παράγων παραφροσύνη. Γιατί μόνον ένας παράφρων απαιτεί να βρει ώριμα σύκα όταν δεν είναι ο καιρός της καρποφορίας. Το θαύμα θα ήταν να περάσουν την άλλη ημέρα κι η συκιά να ήταν γεμάτη σύκα. Τέτοια κακία (αλλά και παραφροσύνη), εναντίον μάλιστα αψύχου πράγματος, μόνον σε ένα ιστορικό ανάλογο γνωρίζω: στο μαστίγωμα της θάλασσας στον Ελλήσποντο για τιμωρία από τον Πέρση Βασιλιά.
Αλλά και με τις παραβολές του ο Ιησούς, δίνει «μηνύματα» («γραμμή» κατά τη σύγχρονη έκφραση) σκληρότητας και αδικίας. «Όποιος δεν είναι μαζί μου, είναι εναντίον μου» («κατά Ματθαίο» ιβ΄30) εξαγγέλλει ως άλλος δικτάτωρ. Το ίδιο ακριβώς είπε μετά την καταστροφή των διδύμων πύργων και πριν την εισβολή στο Ιράκ κι ο πρόεδρος των Η.Π.Α. κ. Μπούς.
Ο Ιησούς δεν το απέκρυψε, ότι σκοπός του ήταν να σπείρει το διχασμό και τη διχόνοια ανάμεσα στους ανθρώπους: «Φωτιά ήρθα να βάλω πάνω στη Γή και πόσο θα ήθελα να είχε ήδη ανάψει» («κατά Λουκά» ιβ΄49-50). Τι φρικαλέα απειλή! Ακόμη: «Νομίζετε ότι ήλθα για να επιβάλλω αναγκαστική ομόνοια μεταξύ των ανθρώπων; Κάθε άλλο. Σας βεβαιώνω, ότι ο ερχομός μου θα φέρει διαιρέσεις. Από τώρα και στο εξής μια οικογένεια με πέντε μέλη θα χωριστεί σε δύο παρατάξεις: Τρείς εναντίον δύο και δύο εναντίον τριών. Ο πατέρας θα είναι αντίθετος με τον γιο του κι ο γιος με τον πατέρα του. Η μάνα με την κόρη της. Η πεθερά με τη νύφη της κι η νύφη με την πεθερά της» («κατά Λουκά» ιβ΄51-53).
Κι ο Ματθαίος τα ίδια γράφει (ι΄34-3: «Μη νομίσετε ότι ήλθα να βάλω ειρήνη στη Γή. Δεν ήλθα να βάλω ειρήνη, αλλά μάχαιρα. Γιατί ήλθα για να διχάσω τον άνθρωπο από τον πατέρα του και την κόρη από τη μάνα και τη νύφη από την πεθερά της». Με εκπλήσουσα σαφήνεια ο Ιησούς προτρέπει σε μίσος όλους τους ανθρώπους: «Εάν κάποιος έρχεται προς τα μένα και δεν μισεί τον πατέρα του και την μητέρα του και τη γυναίκα και τα παιδιά και τους αδελφούς και τις αδελφές, ακόμα και την ψυχή του (φαντασθείτε: να μισήσετε και την ίδια σας την ψυχή!), δεν γίνεται να είναι μαθητής μου» («κατά Λουκά» ιδ΄26). Και ο Ιωάννης, άξιο τέκνο του δασκάλου του δίνει την τερατώδη εντολή: «Μην αγαπάτε τον κόσμο και ότι ανήκει στον κόσμο. Όποιος αγαπάει τον κόσμο δεν αγαπά τον Θεό». («Α΄επιστολή Ιωάννη» β΄15-16).
Θα έλεγε κανείς ότι οι δώδεκα μαθητές δεν ήταν παρά μια ομάδα περιπλανώμενων αγαθών ανδρών που μαζί με τον δάσκαλό τους δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να κηρύττουν την αγάπη. Κι όμως, οι άνθρωποι αυτοί ήταν οπλισμένοι, έτοιμοι να σκοτώσουν αν χρειαζόταν: «Όταν είδαν οι μαθητές του τι μέλλει να γίνει, είπαν: Kύριε, να τους χτυπήσουμε με τα μαχαίρια;'; κι ένας απ'; αυτούς χτύπησε τον δούλο του αρχιερέα και του έκοψε το δεξί αυτί» («κατά Ματθαίο» κστ΄51, «κατά Μάρκο» ιδ΄47, «κατά Λουκά» κβ΄49-50, «κατά Ιωάννη» ιη΄10). Σημείωση: Το αυτί το κολλάει στη θέση του ο Ιησούς μόνο στον Λουκά (κβ΄51). Στα άλλα τρία Ευαγγέλια ο δυστυχής δούλος παραμένει χωρίς το δεξί του αυτί. «Σε τι αμάρτησε αυτός (αναρωτιέται ο Πορφύριος στο «κατά Χριστιανών» ΙΙΙ 20), αν το αφεντικό του τον διέταξε να πάρει μέρος στη σύλληψη του Ιησού;».
Θα αντέτεινε ίσως κανείς ότι οι μαθητές οπλοφορούσαν χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος ο Ιησούς. Η αλήθεια είναι ότι όχι μόνον το γνώριζε αλλά ο ίδιος ο Ιησούς τους είχε εξοπλίσει: «Όποιος έχει χρήματα ας τα πάρει. Το ίδιο κι αυτός που έχει σακίδιο. Όποιος δεν έχει, ας πουλήσει το πανωφόρι του (ιμάτιο) κι ας αγοράσει μαχαίρι» («κατά Λουκά» κβ΄36-37). Ο Ιησούς λοιπόν, ο «κήρυκας της ειρήνης και της αγάπης» προέτρεπε τους μαθητές του να αγοράσουν όπλα με κάθε θυσία, πουλώντας ακόμη και τα ρούχα τους για να αποκτήσουν τα προς τούτο απαιτούμενα χρήματα. Αλλά ο εξοπλισμός αυτός -έστω και για άμυνα- πώς συμβιβάζεται με το «αν κάποιος σε κτυπήσει στο μάγουλο, όχι μόνο να μην ανταποδώσεις το κτύπημα, αλλά να γυρίσεις να σε κτυπήσει και στο άλλο»; («κατά Λουκά» στ΄29). Αυτά είναι από τα πιο δημοφιλή λόγια του Ιησού στα κατηχητικά. Όταν κάποιος από τους υπηρέτες του Αρχιερέα όμως του έδωσε ένα χαστούκι, «ο Ιησούς του αποκρίθηκε: Άν είπα κάτι κακό πες μου ποιο ήταν το κακό κι αν είπα κάτι καλό, τότε γιατί με δέρνεις;';» («κατά Ιωάννη» ιη΄22-23). Δεν γύρισε και το άλλο μάγουλο όπως συνέστησε στους μαθητές του να κάνουν, αλλά ζήτησε τον λόγο: «γιατί με δέρνεις;».
Από τα λίγα που προαναφέρθηκαν, προκύπτει ότι η διδασκαλία του Ιησού, πέραν του ανθελληνικού μένους της, είναι γεμάτη από κακία, μίσος, διχόνοια, διχασμό, απειλή κατά των ανθρώπων και προετοιμασία για αιματοκύλισμα. Και η περίφημη αγάπη, η συγχώρεση, η ομόνοια, η ειρήνη, που -όπως κατά κόρον διατυμπανίζει η εκκλησία- έφερε για πρώτη φορά στον κόσμο πού είναι;
Ας εξετάσουμε την πλέον διαφημισμένη από τις υποτιθέμενες ρήσεις αγάπης του Ιησού: «Αγαπάτε αλλήλους» («κατά Ιωάννη» ιγ΄34, ιε΄17). Διαβάστε όλο το απόσπασμα και θα διαπιστώσετε, ότι τόσον αυτό, όσο και κάποια άλλα παρόμοια αποσπάσματα υποτιθέμενης αγάπης δεν αφορούν όλους τους ανθρώπους. Όταν λέει «αγαπάτε αλλήλους», αναφέρεται μόνον μεταξύ των μαθητών του: «Εντολή νέα σας δίδω, να αγαπάτε αλλήλους, καθώς εγώ σας αγάπησα, έτσι να αγαπάτε κι εσείς ο ένας τον άλλον. Από αυτό θα ξέρουν όλοι ότι είσθε μαθητές μου, εάν δηλαδή έχετε αγάπη μεταξύ σας» («κατά Ιωάννη» ιγ΄34-35). Για όλους τους άλλους, φωτιά και τσεκούρι: «Όσο για τους εχθρούς μου, αυτούς πού δεν με θέλησαν για βασιλιά τους, φέρτε τους εδώ και κατασφάξτε τους μπροστά μου» («κατά Λουκά» ιθ΄27). Νομίζω ότι δεν υπάρχει σαφέστερη δήλωση των προθέσεων του Εβραίου δυνάστη προς όλους τους αντιφρονούντες. Είμαστε εξαπατημένοι. Οι μεγαλοστομίες περί της «διδασκαλίας της αγάπης» καταρρέουν από το απόσπασμα αυτό και μόνο.
Υπάρχουν πλείστα πραγματικά κηρύγματα αγάπης στην αρχαία ελληνική γραμματεία, όπως π.χ.: «Προτιμώ, κάνοντας το καλό ν'; αποτυγχάνω, παρά με το κακό να έχω τη νίκη». («Φιλοκτήτης» Σοφοκλέους στ. 94-95). Πρέπει εμείς οι Έλληνες να συνειδητοποιήσουμε πως το «ειρήνη υμίν» του Ιησού («κατά Ιωάννη» κ΄20) δεν μας αφορά. Δεν απευθύνεται σ'; εμάς, αλλά στον στενό Εβραϊκό κύκλο του και είχε σκοπό να τους επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι όφειλαν να είναι μονιασμένοι.
Ο Ιησούς, υποτίθεται, ότι εισήγαγε τη συγχώρεση. Στην πραγματικότητα η χριστιανική συγχώρεση δίνεται υποκριτικά και επιλεκτικά. Παράδειγμα ο Ιούδας. Ενώ ο ίδιος ο Ιησούς συγχώρεσε την πόρνη, τον ληστή πάνω στο σταυρό, τους ίδιους τους σταυρωτές του με το περίφημο: «άφες αυτοίς», τον Ιούδα δεν τον συγχώρεσε παρόλο πού μεταμελήθηκε έμπρακτα. Κι η εκκλησία, επί 2.000 χρόνια ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιησού, συγχώρεσε ειδεχθείς εγκληματίες και επί πλέον τους ανακήρυξε Μεγάλους και Αγίους, όπως τον αιμοσταγή αδελφοκτόνο, συζυγοκτόνο και υιοκτόνο Μ. Κωνσταντίνο. Τον Ιούδα όμως δεν τον συγχώρεσε -παρότι αποδεδειγμένως μετανόησε- με το γελοίο και υποκριτικό επιχείρημα ότι ο Ιούδας δεν συγχωρείται όχι γιατί πρόδωσε τον Ιησού αλλά γιατί αυτοκτόνησε. Η ζωή είναι δώρο του Θεού -λένε- ανήκει στο Θεό και κανένας δεν έχει το δικαίωμα να την αφαιρέσει αυτοκτονώντας. Αν το κάνει, δεν του παρέχεται συγχώρεση, όπως στον Ιούδα. Όταν αφαιpείς όμως τη ζωή η τις ζωές των άλλων, γιατί συγχωρείσαι; Eκείνες, πού είναι επίσης δώρα του Θεού, έχεις δικαίωμα να τις αφαιρέσεις; Φαίνεται ότι το έχεις, αφού η εκκλησία όχι μόνο σε συγχωρεί αλλά σε ανακηρύσσει Άγιο και Μέγα, κατά το παράδειγμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Τελευταία γίνεται πολύς λόγος από ελληνορθόδοξους κύκλους και για τη δήθεν Ελληνική καταγωγή του Ιησού. Ο Ιησούς ήταν ένας Εβραίος. Όταν η Σαμαρείτιδα τόνισε την Ιουδαϊκή του καταγωγή, εκείνος δεν την αρνήθηκε («κατά Ιωάννη» δ΄9). «Παλαιά» και «Καινή Διαθήκη» εμμένουν στην καταγωγή του Ιησού από τον Δαβίδ και τον Αβραάμ και «εμείς» επιμένουμε πως ήταν Έλληνας. Η φύση θέλει τους απογόνους να ανήκουν στην ίδια φυλή με τους προγόνους τους. Σε πείσμα κάθε λογικής εμείς οι Έλληνες επιμένουμε πως είμαστε Εβραίοι, «απόγονοι του Αβραάμ» («προς Γαλάτας» γ΄29) και ο Εβραίος Ιησούς ότι ήταν Έλληνας. Είναι να χάνει κανείς το μυαλό του! Ο Ιησούς δεν ανέπτυξε ποτέ Ελληνική σκέψη και οι διδαχές του δεν είναι παρά Εβραϊκά κατασκευάσματα γραμμένα στο πόδι, γι'; αυτό και δεν συμφωνούν το ένα με το άλλο. Ο Ιησούς, αν υπήρξε ποτέ, γιατί καμμιά άλλη πηγή πλην των Εβραϊκών δεν τον αναφέρει ενώ έζησε σε μια από τις καλύτερα τεκμηριωμένες ιστορικές περιόδους ήταν ένας Εβραίος και αυτό το αποδεικνύει επίσης περίτρανα κι η περιτομή του που τόσο υπερήφανα άλλωστε εορτάζουμε οι Έλληνες την 1η Ιανουαρίου εκάστου έτους.
Από τον απλό λαό δεν μπορείς ίσως να ζητήσεις ευθύνες. Αυτά έμαθε στην οικογένεια και στο σχολείο, αυτά πιστεύει. Οι πιο πονηροί από τους «γενίτσαρους» (ονομάζω έτσι τους Έλληνες στο γένος πού αρνούνται τη φυλή τους κι αποκαλούν τους Εβραίους «προπάτορές» μας), μας βομβαρδίζουν καθημερινώς από τα παράθυρα των τηλεοπτικών διαύλων, από εφημερίδες και περιοδικά και χαϊδεύουν τα αυτιά μας με τα υποτιθέμενα κηρύγματα αγάπης του Ιησού, με την δήθεν αγάπη του για τους Έλληνες, με την δήθεν ελληνικότητα της ορθοδοξίας κι άλλα πολλά. Όλες αυτές οι ανακρίβειες που υποστηρίζονται δεν είναι τυχαίες ούτε γίνονται κατά λάθος. Ορισμένοι εξ αυτών που τις προβάλλουν είναι άνθρωποι ανωτάτης μορφώσεως, καθηγητές κ.λ.π.. Τα πράγματα είναι οφθαλμοφανή. Δεν μπορεί να μην τα βλέπουν. Γνωρίζουν ότι εσκεμμένα συντελούν στη διαιώνιση της παραπλάνησης του Ελληνικού λαού. Κι όμως επιμένουν. Δυστυχώς, εκτός από την άγνοια υπάρχει κι ο δόλος...
συνέχεια ( Aristotellis Alexandridis )
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΘΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ
Επαναφέροντας στη ζωή την αρχαία Ελληνικη θρησκεία μας , είναι ένα πολύ αγαπημένο έργο σε εξέλιξη!
Καλωσορίζουμε όλους τους Έλληνες από όλο τον κόσμο για να συμμετάσχουν σε αυτή τη μεγάλη συναρπαστική και απολαυστική πρόκληση.
Θεολογικά και Κοσμολογικά θέματα
• Ο Χριστιανισμός έχει μεγάλα ηθικά μηνύματα, τι προσφέρει η θρησκεία σας;
• Είστε αχάριστοι! Ο Ιησούς σταυρώθηκε για τις αμαρτίες μας!
• Ποιες είναι οι πεποιθήσεις σας και πώς ονομάζεται η θρησκεία σας;
• Τις είναι οι Θεοί;
• Ποιο είναι το δόγμα της Ελληνικής Εθνικής θρησκείας και Πίστης;
• Ποια είναι τα Ιερά Κείμενα της Ελληνικής Εθνικής θρησκείας και Πίστης;
• Ασκεί η Ελληνική Εθνική θρησκεία και Πίστη προσηλυτισμό;
• Πόσους Θεούς έχετε, δώδεκα;
• Συνεπώς, είστε πολυθεϊστές;
• Θέλετε να αντικαταστήσετε τον έναν Θεό των μονοθεϊστών με πολλούς Θεούς;
• Πώς είναι ο πολυθεϊσμός διαφορετικός από τον μονοθεϊσμό;
• Τι εννοείτε με τον όρο Κοσμοθέασις;
• Είσαι ειδωλολάτρες; Αν δεν είστε, τότε πώς δικαιολογείτει τη χρήση των αγαλμάτων στη λατρεία σας;
• Είσαι παγανιστές;
• Ορισμένοι διασκεδάζουν με την Ελληνική Εθνική θρησκεία και Πίστη παραπέμποντας στις επιθυμίες των σεξουαλικών δράσεων των Θεών. Πώς ανταποκρίνεστε σε αυτό;
• Γιατί δεν ζητάτε να αναγνωριστείτε ως μία «επίσημη θρησκεία»;
• Δηλώνετε ότι δεν αντιπροσωπεύετεν μόνο ένα Ελληνικό σύστημα πεποιθήσεων, αλλά την καθεαυτού Εθνική Ελληνική θρησκεία. Πρέπει να συνειδητοποιήσετε ότι Πολιτειακή αναγνώριση δεν είναι δυνατή, διότι θα υπάρξουν ανυπέρβλητα προβλήματα ως προς ορισμένα θέματα, π.χ., τη νομική ιδιοκτησία των αρχαιολογικών χώρων, κλπ.
• Υπάρχουν ορισμένοι που επιμένουν ότι οι καλλιεργημένοι αρχαίοι Έλληνες ήταν στην πραγματικότητα μονοθεϊστές.
• Έχει η Ελληνική Εθνική θρησκεία «επαγγελματική» ιερατείο;
• Έχουν οι τελετές σας έχουν ειδικές σπροδιαγραφές;
• Μπορούν οι γυναίκες να γίνουν ιέρειες;
• Πιστεύετε σοβαρά ότι οι θεοί ζουν στο βουνό Όλυμπος;
Όσον αφορά τις Εθνικές Γιορτές και Τελετές
• Ποια είναι η άποψή σας για τους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες;
• Ποιες επετείους γιορτάζετε; Πότε και πώς τις γιορτάζετε;
• Γιατί να εκτελούνται θυσίες;
• Έκτελείτε θυσίες αίματος;
• Είναι αλήθεια ότι οι αρχαίοι Έλληνες εκτελούσαν ανθρωποθυσίες;
Γενικές και πολιτικές ερωτήσεις.
Ποιος είναι ο στόχος της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας & Πίστης;
Επιδιώκουμε την ηθική υποστήριξη του δικού μας λαού, καθώς και την αποκατάσταση της ιθαγενούς, πολυθεϊστικής Ελληνικής παράδοσης, της θρησκείας και του τρόπου ζωής στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, η οποία διέπεται από τη Βυζαντινή (Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) της Ορθόδοξης Εκκλησίας με την οποία ο Ελληνισμός είναι ασυμβίβαστος.
Προσπαθούμε με κάθε διαθέσιμο νόμιμο μέσο για την εξοικείωση του Ελληνικού λαού με την ανάγκη του να σέβεται, να διαφυλάττει και να προστατεύει, τόσο ηθικά όσο και κυριολεκτικά, την κληρονομιά του. Για να πραγματοποιηθεί η αποκατάσταση και αναστήλωση των μνημείων, των συμβόλων, των ιδανικών και τις βιώσιμες μορφές των Παραδόσεών μας στη δικαιωματική θέση τους. Ενώ κατά τον ίδιο χρόνο λαμβάνουμε υπόψη την παγκόσμια σημασία, των πολιτιστικών και φιλοσοφικών αξιών της Ελληνικής Εθνικής θρησκείας – των καλών τεχνών, των εθίμων, των αξιών, της γλώσσας, της μυθολογίας, του συμβολισμού, της λογοτεχνίας κ.λπ. "
Η βάση μας βρίσκεταιι στα θεμέλια της καλής θέλησης και της ενεργοποίησης. Αγωνιζόμαστε για τη συνεργασία όχι μόνο των ανεξαρτήτων ατόμων, αλλά και των ήδη οργανωμένων ομάδων, για να παραγάγουμε μια έγκυρη και γενικά ισχύουσα συλλογική προσέγγιση στη σύγχρονη Ελληνική πραγματικότητα.
Θα θέλαμε να δούμε τη δημιουργία νέων κινήσεων σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και του Ελληνικά ομιλούντος κόσμου!
Γιατί αναφέρεστε στους εαυτούς σας ως "Εθνικιστές";
Σε γενικές γραμμές, ο όρος "Εθνικιστής" αναφέρεται σε εκείνους που ζουν και συμπεριφέρονται σύμφωνα με την αυτόχθονα ταυτότητα και τις αξίες της. Ένας πιο συγκεκριμένος ορισμός αναφέρεται σε εκείνους που δεν απορρίπτουν την ταυτότητά τους, λόγω μετατροπής σε μία από τις εισαχθείσες μονοθεϊστικές θρησκείες (δηλαδή τον Χριστιανισμό και το Ισλάμ).
Ο Ιουδαϊσμός, ο γονέας των προαναφερθέντων θρησκειών, αναφέρεται σε όλους τους μη Εβραίους ως (εθνικούς) ως Γκοΐμ - (κτήνη). Ο όρος αυτός μεταφρασμένος λανθασμένα από τους Αλεξανδρινούς διερμηνείς των Εβδομήκοντα ως «τα Έθνη», ή «ο Εθνικιστής'', στα Ελληνικά και οι «Gentiles» στα Λατινικά. Έχουμε ανυψώσει και καθαρίσει τον όρο «επιστροφή» στην αρχική του σημασία. Ως εκ τούτου, διατηρούνται οι διαφορές που συνεπάγονται μεταξύ ημών και των οπαδών του Αβραμικών θρησκειών και στις συγκριτικές αξίες τους.
Κανονικά, θα έπρεπε να αρκεί η χρήση του όρου «Έλλην» για να δηλώσει αυτό που εμείς εκφράζουμε με το «Έλλην Εθνικός», όμως, δυστυχώς, ο όρος «Έλλην» έχει υποβιβασθεί από δηλωτικός εθνικής κοσμοαντιλήψεως και συμπεριφοράς σε όρο προσδιορισμού των Ορθόδοξων χριστιανών στην πλειοψηφία τους υπηκόων ενός Κράτους που μόνον καταχρηστικά και καταπατητικά θέλει να σχετίζεται με τον όρο «Ελληνικό».
Τι νομίζετε ότι θα καταφέρετε με την επαναφορά αρχαίων πρακτικών στη σύγχρονη εποχή;
Δεν αγωνιζόμαστε απλώς για μία επιφανειακή επαναφορά «αρχαίων πρακτικών», αλλ αντιθέτως, για την επαναφορά ενός άλλου τύπου ανθρώπου, του Έλληνα - Ανθρώπου, εκείνου που διέπεται από τις ανθρωπιστικές αξίες που πρώτοι οι πρόγονοί μας εξέφρασαν και ανέδειξαν, εκείνου του ανθρώπου που αναζητά τους δρόμους της Αρετής.
Αγωνιζόμαστε για τον εξανθρωπισμό της σύγχρονης εκβαρβαρισμένης κοινωνίας στη βάση των αιώνιων Ελληνικών αξιών και αρχών που προωθούν τον άνθρωπο στη δημιουργία Πολιτισμού, στην πνευματική καλλιέργεια, την πολυμέρεια και την ανοχή και τον κάνουν άξιο κοινωνό των αληθειών των Θεών.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, η εγκλωβισμένη σε άπειρα αδιέξοδα ανθρωπότητα έχει ανάγκη αυτή την επανανακάλυψη των αρχαίων αξιών, για να ξεφύγει από τον πνευματικό και ηθικό βούρκο που έχει βυθισθεί.
Ποια είναι η πολιτική σας πρόταση;
Αν και δεν έχουμει πολιτικό πρόγραμμα, έχουμε εξ ορισμού μια αυθεντική, «πολιτική» θέση την οποία κληρονομήσαμε από τους προπάτορές μας. Αυτή δεν είναι άλλη από την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, την Αυτοθέσμιση και τη Δημοκρατία.
Η πραγματική Δημοκρατία, με το α ή β όνομα υπήρχε σε όλες τις πόλεις των Ελλήνων πλην των κλασικών τυραννίδων ή των μοναρχιών της Ελληνιστικής περιόδου. Ορίζεται από την ισότητα των νομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων όπως και από το δικαίωμα του ελευθέρου λόγου και των συγκεντρώσεων.
Η αυτοδιοίκηση είναι φυσικό μας δικαίωμα και εξεφράζετο από τη Συνέλευση των Πολιτών (Εκκλησία του Δήμου, Απέλλα κλπ),η οποια ήταν το ανώτατο νομοθετικό σώμα. Θέσεις ισχύος (συμπεριλαμβανομένου και του Ιερατείου) δεν κατείχοντο από «επαγγελματίες» τιτλούχους, αλλά από πολίτες οι οποίοι εναλλάσοντο ετησίως, και εις τους οποιους επετρέπετο μόνον μία θητεία. Ελάμβαναν ελάχιστη επαγγελματική αποζημίωση για τις υπηρεσίες τους. Κανείς δεν είχε το δικαίωμα να εκμεταλευτεί τη θέση του ώστε διά της βίας να δυναστεύσει άλλους. Επομένως, η θέση του Πολίτη διεσφαλίζετο ακόμη και σε περίοδο πολέμου, όπου δεν υπήρχε η πιθανότητα εφαρμογής «μέτρων ανάγκης» κάτω από στρατιωτικό νόμο.
Είναι εμφανές από όσα αναφέρθηκαν κάτω από τον τίτλο « Ποια είναι η πολιτική σας πρόταση;» ότι κομμουνισμός και φασισμός, όπως και άλλες ιδεολογίες ολοκληρωτισμού, δεν έχουν δικαίωμα να αναφέρονται στον προ-Χριστιανικό Ελληνισμό.
Στο παρελθόν, ο πραγματικός Ελληνισμός ηττήθηκε και δεν κατόρθωσε να αμυνθεί εναντίον των φασιστών που ακολουθούσαν προσωπικό πρόγραμμα και οι οποίοι τον εκμεταλλεύθηκαν αισχρά με σκοπό να αντλήσουν ανωτερότητα από την αρχαία δόξα. Οι Χριστιανοί αναφέρονται επίσης στον Ελληνισμό με έναν φαύλο και απρεπή τρόπο, ούτως ώστε να υποστηρίξουν τις δικές τους πίστεις.
Η «Ελληνική Αριστερά», η οποία είναι Βυζαντινή και Χριστιανική στο παρουσιαστικό της (με ελάχιστες εξαιρέσεις, π.χ. Παπαϊωάννου και Λεντάκης) είναι υπεύθυνη για τις πιο πρόσφατες παραβάσεις. Παρέδωσε τον ευγενή κόσμο, ο οποίος δημιούργησε την αυτονομία και τη Δημοκρατία, στο πιάτο του φασισμου.
Όπως ο Χριστιανισμός δεν έχει τίποτε κοινό με τον Ελληνισμό, παρόμοια δεν έχουν και οι ιδεολογικές του αποφυήσεις όπως ο κομμουνισμός και ο φασισμός. Πώς θα μπορούσε ένας φασιστής να συμμορφωθεί με τις βασικές Ελληνικές Αρχές της Δικαιοσύνης και της Ανεκτικότητας;
Θεωρείτε ότι οι Νεο-Έλληνες αποτελούν φυσική συνέχεια των Αρχαίων Ελλήνων;
Σε επίπεδο Έθνους, ναι. Το ίδιο άλλωστε θεωρούσαν και οι εθνεγέρτες του 1821 που έκαμαν λόγο από τις πρώτες κιόλας διακηρύξεις τους για «εθνεγερσία των Ελλήνων μετά από 20 αιώνες υπό ξένο ζυγό».
Η εθνική συνείδηση των Ελλήνων έμεινε κατά νησίδες ζωντανή σε όλη της διάρκεια της τυραννίας των Βυζαντινών, όπως φαίνεται καθαρά άλλωστε στην περίπτωση του κύκλου του Πλήθωνος Γεμιστού και των συνεργατών του, ή του προγενέστερου κινήματος του Λέοντα Σγουρού. Αυτό ισχυροποιήθηκε επιπλέον στην Ελλάδα του 17ου και 18ου αιώνα μέσω των Διαφωτιστών και άλλων επαναστατικών κινημάτων.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ένα Έθνος δεν ακυρώνεται από την λόγω συνθηκών περιστασιακή μη εκδήλωση του Εθνισμού του. Για την επιβίωσή του αρκεί έστω και ελάχιστα μέλη του να τον εκδηλώνουν ή να τον κρατούν ζωντανό. Στην περίπτωση του Ελληνικού Έθνους συνέβη κατά τη διάρκεια όλων των αιώνων της χριστιανικής και μωαμεθανικής κατοχής.
Οι Νεο-Έλληνες αποτελούν και φυλετική συνέχεια των Αρχαίων Ελλήνων;
Κάποιοι ναι, κάποιοι όχι, αλλά αυτό είναι εντελώς αδιάφορο.
Ας φλυαρούν περί αυτού οι φυλετιστές αμφοτέρων των πλευρών, τόσο εκείνοι που πάνε να μας παρουσιάσουν σαν 100% Σλάβους ή ο,τιδήποτε άλλο, όσο και εκείνοι που πάνε να μας παρουσιάσουν σαν 100% εξ αίματος συγγενείς του Αιακού.
Εκτός του ότι ποτέ οι πραγματικοί Έλληνες δεν μίλησαν για... «φυλή» (θα ήταν αστείο αυτό άλλωστε αφού στην εποχή τους ο όρος σήμαινε απλώς μικρο- ομάδα «φρατρών». Είναι παραδεκτό ότι ίσχυε την κλασική εποχή, για το οποίο υπάρχει μεγάλο πρόβλημα σοβαρότητος σήμερα, δεδομένου ότι στον πριν και μετά το 1821 Νεο-Ελληνισμό έχουν ενταχθεί και άλλες φυλετικές ομάδες που όμως αρκετά μέλη τους δικαιωματικά θεωρούνται 100% Έλληνες. Υπήρξαμε ανέκαθεν ως Έλληνες.
Αν και ο Κολοκοτρώνης και πολλοί άλλοι ήρωες ήσαν Αρβανίτες, σύμφωνα με τη δική μας κρίση ήσαν βέβαια Έλληνες, μια και έχυσαν το αίμα τους για την Ελλάδα. Ποιός γελοίος θα απέκλειε από έναν «φυλετικό» Ελληνισμό τον Κολοκοτρώνη, το Νικηταρά, ή τον Ανδρούτσο; Οι εγχώριοι φυλετιστές οφείλουν να μας δώσουν, πράγμα αδύνατο, μία πειστική λύση για αυτό το ογκώδες οξύμωρο.
Ποια η θέση σας για τα Εθνικά Θέματα;
Εξαρτάται τι εννοεί κανείς με τον όρο «Εθνικά Θέματα», διότι όσον αφορά τα πραγματικά θέματα οι απόψεις μας είναι πολύ συγκεκριμένες.
Τα πραγματικά Εθνικά Θέματα είναι η αποδάσωση και σταδιακή ερημοποίηση της ανατολικής Μεσογείου, η παντελής έλλειψη αισθητικής ευαισθησίας, η γενική μας υποδούλωσή μας σε μια απάνθρωπη θρησκεία, ο λειτουργικός αναλφαβητισμός των νέων, η τρομακτική ανυπαρξία Παιδείας, πόσο μάλλον Ελληνικής, η καλλιεργούμενη έλλειψη πνευματικής έκφρασης,, η συντήρηση της προσωπικότητας, η αθλιότητα των Μ.Μ.Ε., η δειλία των πολιτικών, η ανικανότητα και διαφθορά της κυβέρνησης κ.ά.
Κάποιοι πέφτουν στην παγίδα του να στήνουν παγίδες σε άλλους, αναφερόμενοι στα «Εθνικά Θέματα» αποκλειστικά επικεντρωμένα στην επέκταση διακυβέρνησης του Μοντέρνου Ελληνικού Κράτους. Αυτό το τέχνασμα βεβαιότητας σχετίζεται με την απάτη σύμφωνα με την οποία αμέτρητοι απόγονοι Ελλήνων θεωρούνται ως Τούρκοι ή Ιταλοί, απλά διότι δεν είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι και δεν διαβιούν εντός του Μοντέρνου Ελληνικού Κράτους.
Ένα Έθνος δεν καθορίζεται απλά επί της βάσεως των συνόρων μιας χώρας και μπορεί να είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο από αυτά. Πληροφορούμε λοιπόν αυτούς που πάνε να παρουσιάσουν θέματα που επικεντρώνονται στο σε ποιο κράτος ανήκει ένα κομμάτι γης ή θαλάσσης ότι ως «Ομοεθνείς» θεωρούνται και οι Πόντιοι, οι εξισλαμισμένοι Μικρασιάτες, οι εκλατινισμένοι Νοτιοϊταλοί και οι ενγενείς Πομάκοι και ανήκουν στο Ελληνικό Έθνος. Ενώ, αντιθέτως, δεν ανήκουν σε αυτό αρκετοί Χριστιανοί Ορθόδοξοι Ελλαδίτες που απλώς έτυχε να κατοικούν εντός των συνόρων του Νεο-Ελληνικού Κράτους. Το τελευταίο ηλιθιωδώς και ανειλικρινώς αψηφά ιστορικά γεγονότα και με μεγάλη απατεωνία ταυτίζει τον «Ελληνισμό» με την «Ορθοδοξίας», για τον εαυτό του και την Εκκλησία την οποία υπηρετεί.
Θεολογικά και Κοσμολογικά θέματα.
Ο Χριστιανισμός έχει μεγάλα ηθικά μηνύματα, τι προσφέρει η θρησκεία σας;
Οι λίγες περιπτώσεις στις οποίες ο Χριστιανισμός δείχνει κάποια πνευματικότητα δεν είναι τίποτα περισσότερο από τα ακατέργαστα, απλοϊκά αντίγραφα των ηθικών αξιών που εξ αρχής έγιναν αποδεκτές από τους φιλοσόφους μας στην αρχαία Ελλάδα.
Στις υπόλοιπες χριστιανικές διδασκαλίες υπάρχει έλλειψη οποιουδήποτε πραγματικού ηθικού περιεχομένου, εκτός και αν η θρησκευτική μισαλλοδοξία, ο φανατισμός, η θρησκευτικότητα, η ενοχή και η περιφρόνηση για την πνευματική καλλιέργεια μπορούν να θεωρηθούν ως τέτοια.
Ομοίως, ο χριστιανισμός στερείται κάθε πνευματικής αξίας που είναι ίση με εκείνη της Ελληνικής Εθνικής θρησκείας, εκτός με αυτό εννοούμε τη με παπαγαλία μάθηση των ψαλμών, την ταπείνωση, την προσβολή της δημοκρατία ως «Διαβολικής Πολιτείας», την παρακίνηση για «την αγάπη!" (Στην προστακτική διάθεση) και συνθήματα όπως «Ορθοδοξία ή Θάνατος!».
Η Ελληνική Εθνική θρησκεία, σε σύγκριση, είναι φυσιοκρατική, πολυθεϊστική, σαφώς καθορισμένη, εορταστική και ανθρώπινη. Είναι μια επιβεβαίωση της επίγειας ζωής και ένας υγιεινός αγώνας για να προσεγγίσει το βασίλειο των Θεών. Εμβαθύνει τη σχέση μεταξύ της ανθρωπότητας και του Θείου, όχι με την καταστροφή και τον εξευτελισμό, αλλά μέσω χαρμόσυνων τελετουργιών, δημιουργίας μύθων, του χορού, της μουσικής και κοινοτικωνν εορτών, οι οποίες μας συνδέουν με τον υπέροχο πνευματικό κόσμο των προγόνων μας, αντί να μας αποξενώνουν από αυτόν, όπως ο Χριστιανισμός.
Είστε αχάριστοι! Ο Ιησούς σταυρώθηκε για τις αμαρτίες μας!
Κατ 'αρχάς, εμείς οι Εθνικά Έλληνες δεν βαρυνόμαστε με κάποιο προπατορικό αμάρτημα και οι φιλόσοφοί μας μας καθοδήγησαν με ασφάλεια, με αξιοπρέπεια, στο μονοπάτι της Αρετής. Συνεπώς, δεν έχουμε ανάγκη από κάποιον να ενεργεί υπέρ ή ακόμη και εναντίον ημών, πόσο μάλλον να «θυσιαστεί» για εμάς. Δεν πιστεύουμε ότι γεννηθήκαμε αμαρτωλοί!
Επιπλέον, η χριστιανική προπαγάνδα ότι ο Ιησούς υποτίθεται «Θυσιάστηκε για λογαριασμό μας», η οποία και μας σερβίρεται, είναι μια παράλογη ιστορία. Αν ο προαναφερθείς Ιουδαίος ιεροκήρυκας (Ιησούς - Yeshua) ήταν όντως «Θεός», τότε η σταύρωσή του δεν θα ήταν περισσότερο από μια ανούσια φάρσα, διότι εξ ορισμού μόνο ό, τι είναι φθαρτό και θνητό μπορεί να θυσιαστεί.
Από την άλλη πλευρά, ο φιλόσοφος Σωκράτης, του οποίου η ύπαρξη είναι ένα ιστορικό γεγονός, κατέκτησε το θάνατο και με ειλικρίνεια και ηρεμία, δεν τον απέφυγε, αν και θα μπορούσε. Δεν ήταν από την επιθυμία να θυσιαστεί ούτε γιατί ήθελε το τέλος ενός μάρτυρος, αλλά ως ένα ζωντανό παράδειγμα του σεβασμού προς το νόμο. Και αυτό ενώ γνώριζε ότι ήταν ένας απλός θνητός. Ο φιλόσοφος Επίκτητος χαρακτηριστικά έγραψε: "
«Μπορούν να με σκοτώσουν, αλλά δεν μπορούν να μου προκαλέσουν ζημία».
Ποιες είναι οι πεποιθήσεις σας και πώς νομάζεται η θρησκεία σας;
Αυτό που εννοούμε με τον όρο «πίστη», έχει μικρή σχέση με αυτό που οι Χριστιανοί καταλαβαίνουν από τον όρο «πίστη», ο ορισμός της οποίας σήμερα αφορά σαφώς μια μορφή υποτέλειας. Φυσικά έχοντας δηλώσει αυτό, εμείς, όπως συνέβη με τους προγόνους μας, δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρισθούμε ως μη έχοντες πεποιθήσεις. Ωστόσο, οι πρόγονοί μας, προτιμούσαν να χρησιμοπούν το ρήμα νομίζειν (να σκεφτούμε) και ο σχετικός όρος νομιζόμενον (ό, τι πιστεύεται, ή γίνεται κατανοητό). Για να γίνουμε σαφέστεροι σήμερα, αναφερόμαστε στη «αντίληψη» των Θεών και του Κόσμου. Οι Εθνικοί Έλληνες αντιλαμβάνονται τον Κόσμο να είναι μια αυτοδημιούργητη, άπειρη, "οργανωμένη και κοσμημένη» οντότητα που προέκυψε μέσα από τον εαυτό της, και ότι εμείς, και όλα τα άλλα όντα που υπάρχουν, δεν είμαστε παρά απείρως μικρά οργανικά τμήματα αυτής της οντότητας.
Θεοί μας είναι ένα πλήθος κατανεμημένων αθάνατων όντων, αυτοενεργοποιουμένων και αυτάρκων «δυνάμεων», (όχι προσωπικοτήτων), που κατοικούν σ’ αυτή την «Ενότητα» που έδωσε γέννηση στον εαυτό της. Είναι οι πολλαπλές εκφάνσεις αυτής της Ενότητας που δίνουν ουσία και οργάνωση στον Κόσμο και τον διατηρούν διασυνδεόμενο και αρμονικό.
(Συλλογικά όλοι οι Θεοί μας αντιπροσωπεύουν δυνάμεις της φύσης, που συνθέτουν τον Κόσμο - από κοινού αντιπροσωπεύουν τον ένα αληθινό Θεό της Φύσης).
Στην υγειή προχριστιανική κατάσταση του ανθρώπου, η επιφάνεια της Γης εκατοικείτο από μία πολυμορφική Εθνόσφαιρα. Με αυτό εννοούμε μια όμορφη ποικιλία αυτοχθόνων πολιτισμών, παραδόσεων και θρησκειών που διανεμήθηκαν σε κάθε μέρος του κόσμου. Κάθε μοναδικό έθνος κατανοολυσε το Θείο διαφορετικά και έκανε επικλήσεις προς τους Θεούς χρησιμοποιώντας ποικίλα ονόματα. Ως εκ τούτου, οι διάφορες Εθνικές Θρησκείες έγιναν μοναδικές από μόνες τους και κάθε Έθνος, και οι πνευματικοί του απόγονοι, «κατεβίβασαν» στοιχεία της Θεϊκής σφαίρας στους βωμούς τους, ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες τους. Η αντίληψή μας για το Θείο είναι η ίδια με εκείνη των προγόνων μας, και εκφράζεται από τη Θρησκεία μας, οι ρίζες της οποίας χάνονται στην απομακρυσμένη αρχαιότητα.
Ποιοι είναι οι Θεοί;
Λόγω του σημερινού εκφυλισμού, πριν απαντηθεί αυτό το ερώτημα, πρέπει να επαναλάβουμε αυτό που τόνισε ο Σαλλούστιος, στην αρχή του έργου του «Περί Θεών και του Κόσμου», δηλαδή, ότι αυτοί που διακρίνονται από την επιθυμία να γνωρίζουν για τους Θεούς πρέπει να έχουν μορφωθεί σωστά και να μην έχουν ανατραφεί με παράλογες πεποιθήσεις. Να έχουν μια καλή διάθεση και λογική σύνθεση, έτσι ώστε να μπορούν να καταλαβαίνουν ανάλογα θέματα καθώς και να κατανοούν κοινές έννοιες.
Οι Θεοί δεν είναι προσωπικά όντα, που διαθέτουν αμφότερα γνώση και την αθανασία. Ρέουν ανεμπόδιστα μέσα και γύρω από όλο τον υλικό κόσμο και πράττουν αναλόγως. Ως λειτουργοί των ιερών Μυστηρίων, συμμετέχουν σε «αιώνιο σχηματισμό» μέσα, δηλαδή, τη συνεχή σύνθεση και την απο σύνθεση των μορφών. «Οι Θεοί » είναι σφαίρες επιρροής που δεν αλληλεπικαλύπτονται. Είναι υπεύθυνοι για τη ρύθμιση του φυσικού κόσμου, του οποίου τους νόμους υπηρετούν. Δρουν άψογα και χωρίς υποχώρηση, δεν αντικαθίστανται, δεν παύουν να υπάρχουν, και δεν μπορούν να ηττηθούν από τις επιθυμίες και τις προσδοκίες των ασεβών θνητών ή των ιδρυμάτων τους.
Οι Θεοί είναι ελεύθερες και ανεξάρτητες οντότητες. Είναι όλοι εξ ίσου Θείοι και δεν είναι εξουσιοδοτημένες από οποιοδήποτε άλλο ον ή δύναμη. Χαίρονται όταν κατώτερες οντότητες αναγνωρίζουν την ύπαρξή τους ελεύθερα και εκχωρούν σε αυτούς τιμή και σεβασμό. Δεν χρειάζονται όμως αυτή την αναγνώριση, και δεν την επιδιώκουν. Καθώς οι Θεοί δεν θέλουν τίποτα, απλά δίδουν μορφή σε ό, τι επιθυμούν.
Ποιο είναι το δόγμα της Εθνικής Ελληνικής Θρησκείας;
Για τους σημερινούς Χριστιανούς, η επικρατούσα άποψη για το τι νοείται ως «δόγμα» είναι μια πλήρης στρέβλωση του αρχαίου όρου που σήμαινε μια συγκεκριμένη φιλοσοφική θέση. Ο ορισμός τους περιλαμβάνει μια τυφλή πίστη στον Τριαδικό χαρακτήρα του «ενός Θεού», ακατανόητος ακόμη και σε αυτούς, [διττή φύση του Yeshua (Ιησού), κλπ]. Φυσικά, η Ελληνική Εθνική θρησκεία δεν έχει κανένα «δόγμα» υπό τον ορισμό αυτό, αλλά είναι μάλλον ένας τρόπος αντίληψης των πραγμάτων. Συνεπώς, δεν είναι μια συγκεχυμένη συγκέντρωση ψευδο-θεολογικών αφηγήσεων, αλλά αντίθετα, βασίζεται σε πολύ συγκεκριμένες αρχές, που με τη σειρά τους προέρχονται από τη λογική και την επιστημονική κατάρτιση, την Ελληνική παράδοση και τον πολιτισμό.
Το «δόγμα» μας περιλαμβάνει: την υποχρέωση πως όλοι μας πρέπει να μιλάμε και να ενεργούμε λογικά ως ένδειξη σεβασμού προς τον Συμπαντικό Λόγο, η ειλικρινής σχέση μας με όλα τα έμβια όντα, η ανοχή προς όλες τις απόψεις που εκφράζονται λογικά, η εκπαίδευση μέσω των εμπειριών της ζωής, μετον σεβασμό ως μέτρο, τη συνεχή μελέτη του Κόσμου και της Ανθρωπότητας.
Ποια είναι τα Ιερά Κείμενα της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας;
Δεν έχουμε ένα ιερό βιβλίο που περιέχει τις εντολές ή τους αποκαλυπτικούς λόγους του «Θεού», σκοπός του οποίου είναι να ρυθμίσει δουλική υπακοή της ανθρωπότητας σε έναν ουράνιο δικτάτορα. Αντίθετα, ο μεγάλος αριθμός των κειμένων μας, τα οποία αριθμούν πολλές χιλιάδες, παρουσιάζει την αλήθεια στο σύνολό της. Ιερά κείμενα είναι για εμάς το συνολικό σώμα της (αρχαίας) Ελληνικής Γραμματείας, τουλάχιστον αυτά τα έργα που έχουν διασωθεί από τίς απαίσιες φλόγες της χριστιανικής πυράς (φωτιάς). Τα κείμενα αυτά είναι η συμπύκνωση του ανθρώπινης συλλογισμού, στις προσπάθειές του να ερμηνεύσει εγκύρως τον Κόσμο με τρόπο άρεσε στους Θεούς, δηλαδή, λογικά.
Η Ελληνική Εθνική θρησκεία ασκεί προσηλυτισμό;
Σίγουρα όχι, έχουμε να κάνουμε εδώ με μία σαφώς πολυθεϊστική (φυσική) θρησκεία, δηλαδή αυτήν που αφορά ένα πολύ συγκεκριμένο Έθνος.
Το φαινόμενο του προσηλυτισμού ανήκει αποκλειστικά στις αντι-εθνικές και «οικουμενικές» μονοθεϊστικές θρησκείες. Στόχος τους είναι να προωθηθεί μια άρνηση προηγουμένως κατεχομένων ορθών απόψεων και την αντικατάστασή τους με νέες ξένες τοιούτες. Ο προσηλυτισμός περιλαμβάνει τραχείς προσπάθειες για την παραπλάνηση αφελών και πνευματικά ασθενών ατόμων. Για μας είναι εντελώς απεχθές, τόσο ως μέσο για ένα σκοπό όσο και ως μέσο δημιουργίας εντυπώσεων.
Είμαστε εχθροί όλων των μορφών προσηλυτισμού, διότι αυτός ακυρώνει την αυτονομία και την ελεύθερη βούληση. Στη χώρα μας, όλες οι ξένες θρησκείες ασκούν προσηλυτισμό, συμπεριλαμβανομένης της κυβερνώσας θρησκείας η οποία τον εφαρμόζει με ιδιαίτερη τόλμη, καλώντας τον «κατήχηση» (και μάλιστα προσθέτει έμφαση στη «σημασία της κατήχησης» στο εκπαιδευτικό σύστημα του κράτους). Οι εξωφρενικοί νόμουι της δικτατορίας του Μεταξά χορήγησαν στην «Ορθοδοξία», το αποκλειστικό δικαίωμα του να προσηλυτίζει, γεγονός που την καθιστά παράνομη για τούς ανταγωνιστές της. Όλες οι μορφές του προσηλυτισμού είναι αγροίκες βίαιες επιθέσεις κατά της ανθρώπινης ελευθερίας.
Πόσους Θεούς έχετε, δώδεκα;
Οι Θεοί ως άπειρη εκφράσεις της Ενότητας είναι φυσικά πολλοί και υπερβαίνουν οπωσδήποτε τους δώδεκα σε αριθμό. Ωστόσο, περιορίζεται η ίδια η θρησκεία μας, σε ένα πλήρες και αρμονικό συμβολικό Πάνθεον έξι Θεών και έξι Θεαινών. Αυτό το Πάνθεον εκφράζει μια τέλεια, θεϊκή πεμπτουσία (ο αριθμός 12 συμβολίζει την πληρότητα και την τελειότητα) το οποίο πληροί και τα ομόλογα του Κόσμου. Συμβολίζεται, επίσης, από το «τελειότερο» του διάσημου Πυθαγόρειου κανονικού πολυέδρου, το δωδεκάεδρο.
Είστε ως εκ τούτου πολυθεϊστές;
Μπορούμε να δώσουμε καταφατική απάντηση, αλλά πρέπει πρώτα να επαναλάβουμε ότι οι όροι «μονοθεϊσμός», «πολυθεϊσμός» κλπ., χρησιμοποιούνται μόνο συμβατικά, επειδή στην πραγματικότητα οι μονοθεϊστές εφεύρεσαν αυτούς τους όρους για να διακρίνονται από την κανονική ανθρωπότητα. Δεδομένου ότι η ανθρωπότητα ποτέ δεν αμφισβήτησε την πολλαπλότητα του Σύμπαντος, που χρησιμοποιούμε τον ‘ορο «Πολυθεϊσμός» απλώς για να διακρινόμαστε από τους λεγόμενους «μονοθεϊστές».
Η ενότητα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την προϋπόθεση των «πολλών». Ο όρος είναι παραπλανητικός, διότι δεν έχει να κάνει με τον αριθμό των Θεών διόλου, αλλά τη θέση της Δημιουργού Αιτίας έξω από τον Κόσμο, η οποία με τη σειρά της συνεπάγεται τη δημιουργία του από το μηδέν (μια εντελώς αντιεπιστημονική θέση). Οι μονοθεϊστές πιστεύουν ότι οι νόμοι που διέπουν το Σύμπαν προέρχονται από την μοναδική εξωτερική, αιώνια ύπαρξη. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί το δικαίωμα του «Δημιουργού» να ενεργεί αυτοκρατιά προς το δικό «του» δημιούργημα, το οποίο έχει αρχή και θα πεθάνει κάποια στιγμή, σύμφωνα με την επιθυμία "του".
Αντίθετα, η Εθνική πολυθεϊστική θρησκεία μας, ισχυρίζεται ότι ο βιοτικός Κόσμος έχει προέλθει μέσα από τον εαυτό του και είναι αιώνιος. Δεν υπάρχει καμία εξωτερική «Αιτία» που δημιούργησε τα πάντα από το τίποτα. Οι Θεοί είναι αυτάρκεις και έχουν επίγνωση των δυνάμεών τους, οι οποίοι είναι πολλαπλές εκφάνσεις της Ενότητας (μονάδος), προέρχονται μέσα από τον Κόσμο και εξυπηρετούν την αέναη πορεία του.
Θέλετε να αντικαταστήσετε τον έναν Θεό των μονοθεϊστών με πολλούς Θεούς;
Στην πραγματικότητα όχι. Η αποκατάσταση της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας απαιτεί περισσότερα από μία απλή αλλαγή ονομάτων και την αντικατάσταση μερικών ηλιθίων με πιο λογικούς ανθρώπους. Πρέπει να υπάρξει ταυτόχρονη αλλαγή στον σημερινό άρρωστο τρόπο με τον οποίο ο Κόσμος γίνεται αντιληπτός. Οι Έλληνες καθορίζουν προσεκτικά τις σχέσεις τους με το φυσικό περιβάλλον τους, τους συνανθρώπους τους και το εσωτερικό σύμπαν. Για μας ο άνθρωπος, η φύση και οι Θεοί είναι μέρος μιας αναπόσπαστης οργανικής ένωσης, ενώ για τους μονοθεϊστές οι σχέσεις μεταξύ του άνθρωπου, της φύσεως και του «Θεού», βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση.
Πώς είναι ο πολυθεϊσμός διαφορετικός από τον μονοθεϊσμό;
Το χάσμα που χωρίζει τα δύο κέντρα όπου το Θείο τοποθετείται σε σχέση με τον Κόσμο και από το είδος που ο κάθε άνθρωπος διαμορφώνει. Ας μην ξεχνάμε, όπως σημείωσε ο Louis Menard, ότι η πίστη σε ένα αυταρχικό ουρανό οδήγησε στιςν επίγειες μοναρχίες και μονοκρατορίες, ενώ η ουράνια «δημοκρατία και ισότητα» αντικατοπτρίζονταν στη Γη.
Στις μονοθεϊστικές θρησκείες ο «Θεός» (δηλαδή ο Γιαχβέ) υπάρχει έξω από ένα σύμπαν που «αυτός» φέρεται ότι δημιούργησε από το τίποτα, σε κάποιο σημείο στο χρόνο, το οποίο «Εκείνος» κυβέρνησε ανεξέλεγκτα από τότε συνεχώς. Για τους πολυθεϊστές οι Θεοί βρίσκονται εντός του Κόσμου και ενδιαφέρονται μόνο για το διαρκή έκφρασή του, υπό την Λογική και Ανάγκη (δηλαδή Αναγκαιότητα). Ανάγκη είναι η φυσική και ηθική Αιτία που αναπόφευκτα υποχρεώνει τη Φύση σε μια ρυθμική ενέργεια που ρυθμίζει όλα αυτά που συνέβησαν και που θα συμβούν.
Ως εκ τούτου, ο Κόσμος χωρίς λογική είναι ελλιπής, γι 'αυτό οι Θεοί οικειοθελώς υποβάλλονται στους Κοσμικούς Νόμους που έχουν διαμορφωθεί μέσα από αυτόν. Αυτό με τη σειρά του οδηγεί στην τελειότητα των Θεών, οι οποίοι εξ ορισμού δεν μπορούν να διαμορφώσουν κάτι που είναι εσφαλμένο. Οι φυσικοί και υπάρχοντες ‘Ελληνες Θεοί μπορούν να προσεγγιστούν με λογική ανθρώπινη αιτιολόγηση. Συγκριτικά, ο αφύσικος και μη-υπαρκτός «Θεός» των μονοθεϊστών μπορεί μόνο να εκφράζεται με διαταραχή της λογικής ρύθμισης του Σύμπαντος, μέσω διαφόρων «θαυμάτων», για τα οποία φαίνονται αδικαιολόγητα ιδιαίτερα υπερήφανοι. «Θαύματα» είναι ισχυρές παραβιάσεις της λογικής, φυσικής τάξης του Σύμπαντος, που αποδεικνύουν κατ 'ουσίαν, την ατελή φύση του Κυρίου, ως δημιουργού μιας ατελούς δημιουργίας.
Τι εννοείτε με τον όρο Κοσμοθέασις;
Αυτό μεταφράζεται με μεγάλη δυσκολία στα αγγλικά. Ο όρος Κόσμος χρησιμοποιείται από τούς ελληνικά-ομιλώντες Χριστιανούς όταν αναφέρονται στο «κόσμο» και την κοινωνία γενικότερα. Σε αυτά τα άρθρα, ο όρος Κόσμος επιστρέφει στην αρχική του Ελληνική σημασία και χρησιμοποιείται εναλλακτικά με «Σύμπαν». Τις έννοιες αυτές είναι σχεδόν αδύνατο να κατανοήσει κανείς από μια Χριστιανική προοπτική, γεγονός που μπορεί να εξηγήσει γιατί για αιώνες η «... Γη [ήταν] κατ 'αποκοπήν και το κέντρο της δημιουργίας του Θεού». Ο όρος Κοσμοθέασις σημαίνει πολύ περισσότερα από τον όρο «κοσμοθεωρία» (όραση), δεδομένου ότι περιλαμβάνει την έννοια των πάντων που υπάρχουν (συμπεριλαμβανομένων και των Θεών), ο οποίος λειτουργεί ως μία αρμονική «Ενότητα» (Μονάς). Ο Κόσμος είναι ευφυής και ιερός από μόνος του. Τίποτα δεν μπορεί αντιληπτά να υπάρχει έξω από αυτόν, συμπεριλαμβανομένου και του Χριστιανικού «Θεού».
Η έννοια του όρου Κοσμο-θέασις υπονοείται από τις δύο συνιστώσες του. Είναι ο τρόπος που ένας θεωρεί (θέασις), ή αντιλαμβάνεται τον Κόσμο. Το αποτέλεσμα της ειδικής «θεάσεως» για κάθε Έθνος (Λαό) είναι η Κοσμολογία, η Θρησκεία, η Φιλοσοφία και καθημερινά Έθιμα στα οποία καθοδηγεί. Κατανοώντας την Κοσμοθέαση είναι επομένως πολύ σημαντικό, καθώς επηρεάζει το είδος των ανθρώπων, το σύστημα της κυβέρνησης και του πολιτισμού που αναπτύχθηκε από κάθε Έθνος.
Είσαι ειδωλολάτρες; Αν δεν είστει, τότε πώς δικαιολογείται τη χρήση των αγαλμάτων στη λατρεία σας;
Με τον προσήκοντα ορισμό «ειδωλολατρία» είναι κάθε φόρος τιμής που καταβάλλεται στο Θείο που χρησιμοποιεί «είδωλα» π.χ. για τη συμβατική απεικόνιση των Θεών, με τη μορφή αγαλμάτων, εικόνων, ή συμβόλων. Αυτή είναι η μόνη σοβαρή μέθοδος προσέγγισης των Ιερών. Χωρίς ορατή εκπροσώπηση των απρόσιτων και απρόσωπων Θεοτήτων, είναι δύσκολο για τον άνθρωπο για να τις αντιληφθεί. Έχοντας κατανοήσει αυτήν την έννοια, οι περισσότεροι Χριστιανοί είναι επίσης έμπρακτα «ειδωλολάτρες». Ωστόσο, για αυτούς χύθηκαν ποταμοί αίματος κατά τη διάρκεια των σφαγών μεταξύ εικονομάχων και εικονολατρών για να κατανοηθεί αυτό.
Οι όροι «Ειδωλολάτρης» και «Ειδωλολατρία» χρησιμοποιήθηκαν προσβλητικά για να κοροϊδεύσουν και να μειώσουν τη Θρησκεία των φιλελεύθερων προγόνων μας, στον Χριστιανικό πόλεμο εναντίον των Ελλήνων. Οι πρώτοι Χριστιανοί «Πατέρες» μισούσαν τον Ελληνισμό, αλλά δεν ήταν σε θέση να επιτεθούν λογικά τη Φιλοσοφία και να αντιμετωπίσουν την ισχυρή Θρησκεία του Ελληνικού Έθνους. Ως εκ τούτου προσπάθησαν να την χλευάσουν, κατηγορώντας τους προγόνους μας ότι δήθεν λάτρευαν τα υλικά που χρησιμοποιούνται στις αναπαραστάσεις τους, πέτρες, μάρμαρα, πηλό, ξύλο. Η μέθοδος της επίθεσής των ήταν εντελώς ανόητη και εύκολα αντισταθμίστηκε από τον φιλόσοφο Κέλσο (στο έργο του «Ο αληθής Λόγος»). Αυτός σαρκαστικά ενημέρωσε, στη συνέχεια, ότι οι Εθνικοί Έλληνες γνώριζαν πολύ καλά τα υλικά που χρησιμοποιούνται για να αντιπροσωπεύσουν τους Θεούς τους, και ότι ήταν αυτό πράγματι εκπροσωπούσανπου ετιμάτο, και όχι τα υλικά αυτά καθαυτά. Ως εκ τούτου, ο επίσημος ορισμός της Εκκλησίας για την λέξη «ειδωλολατρία», δεν είναι αυτή που μοιράζεται εξωτερικά με το εκκλησίασμα.
Σύμφωνα με τους «Τρείς Ιεράρχες» οι Θεοί μας είναι «μη-υπαρκτοί», αλλά την ίδια στιγμή (σε αντίθεση με τα παραπάνω) υπάρχουν ως οντότητες που αγωνίζονται ενάντια στον Ιησού και τον Κύριο. Είναι σε αυτό το σημείο που οι χριστιανοί αρχίζουν να προσβάλλουν βάναυσα τη Θρησκεία των προγόνων μας, τους Θεούς και τα θρησκευτικά σύμβολα, ότι δήθεν είναι μέρη μιας υποτιθέμενης δαιμονολατρείας.
Είσαι Παγανιστές;
Ο όρος, «Παγανιστής» ο οποίος αρχικά προέρχεται από το Λατινικό Paganus (χωρικός), αποτελεί μία ακόμα προσβολή που χρησιμοποιείται από τους νικηφόρους Χριστιανούς από τον 4ο αιώνα, για να μειώσει ό,τι είχε απομείνει από την Εθνική Θρησκεία.
Χρησιμοποίησαν αυτή την ετικέτα για να χαρακτηρίσουν όλους όσουςπαρέμειναν πιστοί στις Εθνικές τους Παραδόσεις, και υπονοούσν ότι ήταν αμόρφωτοι και αγροίκοι χωρικοί. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε επί αιώνες στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, με αναφορά προς τους Εθνικούς. Τον 20ο αιώνα, εισήχθη εκ νέου με το πρόθεμα νεο- (δηλαδή Νεοπαγανισμού), από διάφορους χριστιανικά-εμπνευσμένους θιασώτες του Εσωτερισμού και της Νέας Εποχής. Ο «Νεοπαγανισμός» δεν μας αφορά. Μπορεί ακόμη και να είναι κατασκευασμένο τέχνασμα για να αποπροσανατολίσει από την σημερινή διακυβέρνηση του κόσμου των λεγόμενων «μονοθεϊστών».
Ορισμένοι διασκεδάζουν με την Εθνικής Ελληνική Θρησκεία με αναφορές στις άφθονες σεξουαλικές επαφές των Θεών. Πώς απαντάτε σε αυτό;
Εμείς απλώς τους λυπόμαστε, εξ αιτίας του εκφυλιστικού επιπέδου της απέραντης βλακείας τους. Οι Θεοί και Θεές μας δεν είναι προσωπικότητες, ούτε έχουν φύλο που θα τους επέτρεπε να συμμετέχουν στις σωματικές συνήθειες που απαιτούνται για τους θνητούς.
Εμείς οι Εθνικοί Έλληνες, περιγράφουμε τους Θεούς ανθρωπομορφικά μόνο και μόνο επειδή η Υψηλή Θεολογία που περιέχεται στούς Μύθους (μυστήρια) μπορεί να εκτιμηθεί καλύτερα όταν αλλάζει σε μια πιο κατανοητή γλώσσα, σύμφωνα με τα ανθρώπινα μέτρα. Κάθε Μύθος κρύβει μέσα του έναν από τους πολλούς βαθείς συμβολισμούς. Οι θνητοί καλούνται να τους αναζητήσουν και να τους ερευνήσουν ανάλογα με την ποιότητά τους, η οποία εξαρτάται από την κατανόησή τους για τον Κόσμο και την Παιδεία. Δεν είναι περίεργο λοιπόν, που όταν οι άνθρωποι υποβιβάζουν ένα μύθο μέχρι το χαμηλό τους επίπεδο, τον ερμηνεύουν ανάλογα.
Γιατί δεν ζητάτε να αναγνωριστείτε ως «επίσημη θρησκεία»;
Δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει το θέμα της αναγνώρισης, ή με άλλο τρόπο, της Εθνικής Ελληνικής θρησκείας μας, από οκάποια ασήμαντη κρατική αρχή, που απαιτεί αίτηση, σαν να είμασταν κάποια μικρή μονοθεϊστική αίρεση. Η ύπαρξη της προγονικής μας πολυθεϊστικής θρησκείας είναι δικαιωματικά δίκαια, δεδομένου ότι είναι αυτόχθονη, ιθαγενής, ιστορικά πολύ γνωστή και πολύ παλαιότερη από οποιαδήποτε άλλη θρησκεία, συμπεριλαμβανομένου και του σημερινού κυβερνώντος θρησκεύματος.
Παρά το γεγονός ότι η ελευθερία άσκησης της θρησκείας, στην Ελλάδα, είναι «εγγυημένη» από τον νόμο 2462/97- Άρθρο 18, μπορούμε να βεβαιώσουμε χωρίς συζήτηση, ότι η κληρονομηθείσα Ολυμπιακή μας Ελληνική Θρησκεία, όπως εφαρμόζεται από νομοταγείς πολίτες καλής φήμης, είναι η μόνη φυσική Θρησκεία του Ελληνικού Έθνους. Η δημόσια αναγνώρισή της από την κοινωνία, ύστερα από 16 αιώνες εξορίας της από τους ανθέλληνες αυτοκράτορες της Νέας Ρώμης (Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία), είναι κάτι περισσότερο από θέμα «νομιμότητας» που απαιτεί την έγκριση από κάποια ασήμαντη αρχή, αλλά μια ντε φάκτο αποδοχή από τη σύγχρονη Ελληνική κοινωνία. Μια στενή «νομική» αναγνώριση της Ελληνικής Εθνικής θρησκείας μας δεν είναι μόνο αταίριαστη, αλλά και προσβλητική. Τέτοιες διαδικασίες θα πρέπει να περιλάβουν την παράλογη παραδοχή ότι υπάρχει μια απαίτηση για τη συγκατάθεση ενός αυταρχικού ξένου θρησκεύματος. Είναι κωμικό να σκεφτεί κανείς ότι στη χώρα μας μια πρόσφατα αφιχθείσα μονοθεϊστική αίρεση θα θεωρούσε την αρχαία Θρησκεία μας παράνομη.
Όταν έρθει η ώρα, και θα έρθει, όταν θα είμαστε επίσημα αναγνωρισμένοι από το Νέο Ελληνικό Κράτος, αυτό πρέπει να γίνει με νόμο που θα ψηφιστεί θριαμβευτικά από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, όπως συνέβη και με τις Εθνικές θρησκείες της Ισλανδίας και της Λιθουανίας.
Δηλώνετε ότι δεν αντιπροσωπεύετε μόνο ένα Ελληνικό σύστημα πεποιθήσεων, αλλά την Εθνική Ελληνική Θρησκεία. Πρέπει να συνειδητοποιήσετε η αναγνώριση της Πολιτείας δεν είναι δυνατή, διότι θα υπάρξουν ανυπέρβλητα προβλήματα ως προς ορισμένα θέματα, π.χ., τη νομική ιδιοκτησία των αρχαιολογικών χώρων.
Έχουμε πλήρη επίγνωση της σημερινής κατάστασης. Ωστόσο, η δυναμική ύπαρξη μιας γηγενούς θρησκευτικής κοινότητας δεν μπορεί να εξαρτάται από την αναγνώρισή της από ένα καθεστώς που, κατά δική του ομολογία, υπακούει τυφλά στις εντολές ενός εχθρικού κυβερνώντος θρησκεύματος. Ως εκ τούτου, «η επίσημη αναγνώριση», όπως αποκαλείται δεν είναι δικό μας πρόβλημα, αλλά μόνον του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους, το οποία εξ αιτίας της εθελοντικής υποταγής του στην Εκκλησία φέρει αποκλειστικά την ευθύνη για την παράλογη κατάσταση των θρησκευτικών υποθέσεων στη χώρα μας.
Η κυβέρνηση έχει καθήκον να: «απο-μεσαιωνοποιήσει» την σύγχρονη Ελληνική κοινωνία το συντομότερο δυνατό, και να αποστασιοποιηθεί θεσμικά και οικονομικά από μια Εκκλησία που έχει παράνομα αποκτήσει τα αμέτρητα περιουσιακά της στοιχεία, να κυρήξει τον μοναχισμό παράνομο κλπ. Η νομική ιδιοκτησία των περιουσιών αυτών δεν είναι τόσο σημαντική, αλλά θα πρέπει να περιέλθει στο Κράτος.
Προσκυνήματα πρέπει να ανεγερθούν εκ νέου και το κάψιμο των στύρακα πρέπει να επιστρέψει στους ιερούς τόπους μας!
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι οι καλλιεργημένοι Αρχαίοι Έλληνες ήσαν στην πραγματικότητα Μονοθεϊστές.
Οι άνθρωποι αυτοί είναι κοινοί απατεώνες, που προσπαθούν να επωφεληθούν από την άγνοια που περιβάλλει την πραγματική φύση του λεγόμενου «μονοθεϊσμού» τους. Δεν υπήρχαν μονοθεϊστικοί Έλληνες. Εκείνοι που ισχυρίζονται αυτή την ηλιθιότητα προβάλλουν τις δικές τους Χριστιανικές πεποιθήσεις επάνω σε ένα ριζικά διαφορετικό κόσμο. Κοροϊδεύοντας οι ίδιοι τον εαυτό τους σύρουν και άλλους απλούς, ημιμαθείς κάτω στο επίπεδό τους.
Διαθέτει η Ελληνική Εθνική θρησκεία «επαγγελματικό» ιερατείο;
Δεν υπήρξε ποτέ ένα «επαγγελματικό» ιερατείο στην Εθνική Ελληνική Θρησκεία μας, όσον αφορά γενικά τις θρησκευτικές εφαρμογές, που ήταν τόσο δημόσιες όσο και προσωπικές. Στην αρχαιότητα «επαγγελματίες ιερείς» είχαν μόνον απασχοληθεί ως μάντεις και τυπικά μυστήρια της θρησκείας, οι λεπτομέρειες των οποίων έχουν χαθεί και δεν μπορούν να ασκηθούν σήμερα.
Προς το παρόν, στην σύγχρονη εφαρμογή της Εθνικής Ελληνικής Θρησκείας κάθε ηθικό άτομο, το οποίο είναι σε θέση να αντιμετωπίσει με σεβασμό τους Θεούς, μπορεί να να εκπληρώσει ιερατικές υποχρεώσεις. Σε αντίθεση με τον Χριστιανικό κλήρο που προσποιείται ότι είναι αντιπρόσωποι του «Θεού» τους, οι εκλεγμένοι ιερείς των Εθνικών δρουν ως εκπρόσωποι των τοπικών κοινοτήτων τους στη θεϊκή σφαίρα.
Ωστόσο, εάν προκύψει η ανάγκη να έχουμε ένα οργανωμένο ιερατείο, δεν βλέπουμε κανένα πρόβλημα σε αυτό να γίνει πραγματικότητα.
Έχουν οι τελετές σας ειδικό τυπικό λατρείας;
Ναι, φυσικά. Το ειδικό τυπικό λατρείας των σημερινών θρησκευτικών εξασκήσεων, έχει αντληθεί από την επιμελή μελέτη των αρχαίων πηγών. Έχει διαμορφωθεί για να καλύπτει τις πνευματικές απαιτήσεις των σύγχρονων Εθνικών, χωρίς να είναι δεσμευμένο με τον υποχρεωτικό και άκαμπτο τύπο μια και αυτό είναι μια εξελισσόμενη διαδικασία που θα φέρει τη θρησκεία μας πίσω στο σύγχρονο κόσμο.
Μπορούν οι γυναίκες να γίνουν ιέρειες;
Οι γυναίκες δεν συμμετέχουν μόνο στην τελετή, αλλά οι θεοί οι ίδιοι οδήγησαν στη συμμετοχή τους. Εκτός από το γεγονός ότι όλα έχουν διττό χαρακτήρα, το Πάνθεόν μας είναι συμβολικά μισο-αποτελούμενο από έξι Θεές. Οι γυναίκες όντας πιο κοντά στους κύκλους της Φύσης είναι ιδιαίτερα προνομιακές γιατί είναι σε θέση να παράγουν τη ζωή μέσα από το σώμα τους.
Πιστεύετε σοβαρά ότι οι θεοί ζουν στο βουνό του Ολύμπου;
Ο Όλυμπος είναι όντως η συμβολική πνευματική κατοικία των Ολύμπιων Θεών. Ωστόσο, δεν είναι το γνωστό βουνό που χωρίζει τη Θεσσαλία από τη Μακεδονία στου οποίου την κορυφή οι πρόγονοί μας έχτισαν θυσιαστήρια, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι δεν μπορούσε να ήταν η πραγματική κατοικία των «Θεών». Υπήρχαν άλλα 18 βουνά που ονομάζονταν επίσης Όλυμπος σε απομακρυσμένες περιοχές που κατοικούνται από Έλληνες, από τη Μικρά Ασία μέχρι τις αποικίες της Δύσης.
Ο αληθινός Όλυμπος ήταν και είναι ένας τόπος Θείος, κάποια ουράνια «γη», που είναι λουσμένη στο πνευματικό φως. Στην πραγματικότητα η λέξη Όλυμπος προέρχεται από το ρήμα «λάμπω» (ακτινοβολώ), του οποίου η αρχαϊκή ρίζα είναι πιθανώς πρωτο-Πελασγική. Ο πανέμορφος Όλυμπος βρίσκεται από πάνω μας, από κάτω μας και μέσα μας. Οι Θεοί μας είναι παντού!
Πότε εορτάζετε, ποιές εορτές και πώς;
Εορτάζουμε τους αέναους κύκλους της Μητέρας Φύσης μέσα από τις σημαντικότερες εορτές των προγόνων μας που έχουν διασωθεί γι' αυτές επαρκείς πληροφορίες («Ανθεστήρια» κ.λ.π.). Στους εορτασμούς μας, τιμούμε με ιεροπραξίες τους Εθνικούς Θεούς των Ελλήνων και τη μνήμη των εθνικών μας Ηρώων. Οι ιεροπραξίες μας τελούνται κατά το πάτριο έθος με πρόσκληση της θεότητας, απαγγελία λατρευτικών ύμνων και αναίμακτη θυσία, δηλαδή προσφορά ανθέων, καρπών, θυμιάματος, αρωμάτων και σπονδής, ανάλογα, οίνου, γάλακτος ή μελιού.
Ποια είναι η άποψή σας για τους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες;
Είμαστε αντίθετοι σε τέτοους αγώνες, γιατί έχουν λανθασμένα ονομασθεί έτσι και δεν έχουν καμμία σχέση με το αυθεντικό και ζωντανό πνεύμα των προγόνων μας, των αληθινών Ελλήνων. Απέχουν επίσης αρκετά από τον αρχικό ρομαντισμό που δικαιολογούσε τη δημιουργία και την αναβίωσή τους από μη Έλληνες, περίπου πριν από έναν αιώνα. Στην πλειονότητά τους ήταν μονοθεϊστές, έχοντας άγνοια για την πραγματική ουσία των Αγώνων (δηλαδή, τη θρησκευτική φύση τους). Σήμερα είναι μια χυδαία εμπορευματοποίηση που προσβάλλει βαθύτατα τα σύμβολα και τις πεποιθήσεις των προγόνων μας, που τίμησαν με τη θεολογία τους το Υψηλό, το Αληθινό και το Ωραίο.
Ακόμη και το όνομα της θρησκείας μας (Ολυμπιακή, Ολύμπια) έχει μετατραπεί σε ένα εμπορικό σήμα και οι τοπικοί εκπρόσωποι της εν λόγω βλασφημίας έχουν κάνει αξιολύπητες καρικατούρες των Θεών μας, του Απόλλωνα και της Αθηνάς.
Οι πραγματικοί Ολυμπιακοί Αγώνες, ως το κατ 'εξοχήν σύμβολο-φορέας της κληρονομηθείσας Κοσμοθεάσεώς μας, καταργήθηκαν από τους Βυζαντινούς (Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) εισβολείς 16 αιώνες πριν. Αν είναι ποτέ να αποκατασταθούν, θα είναι σε όλο τους το μεγαλείο, μαζί με την αναβίωση του πολιτισμικά υπόδουλου, για 22 αιώνες, Ελληνικύ Έθνους. Όλες οι άλλες «Αναστάσεις» ήτανν, είναι και θα είναι κωμικές ή βλάσφημες.
Ποιες περιστάσεις εορτάζετε; Πότε και πώς τις εορτάζετε;
Αρκετά στοιχεία έχει διασωθεί ώστε να μας επιτρέπει να εορτάζουμε τις πιο σημαντικές Εορτές των προγόνων μας, που είχαν επικεντρο τους ατέλειωτους κύκλους της Μητέρας Φύσης (π.χ., τα Ανθεστήρια). Κατά τη διάρκεια των εορτασμών μας, γίνονται τελετές προς τιμήν των Θεών και τη μνήμη των Ηρώων μας. Οι τελετές μας τελούνται σύμφωνα με το πανάρχαιο έθιμο της σύγκλησης της Θεότητας, την απαγγελία ύμνων και αναίμακτη θυσία. Το τελευταίο περιλαμβάνει προσφορές λουλουδιών, φρούτων, θυμιάματος, αρωμάτων και κατάλληλες σπονδές με κρασί, γάλα ή μέλι.
Γιατί να θυσιάζουμε;
Κάθε πράξη προς τιμήν των Θεών συνεπάγεται θυσία, αλλιώς γίνεται μια παρωδία. Η θεολογία πίσω από τη θυσία βασίζεται στην Κοινωνία και τον Λόγο. Αυτά είναι και τα δύο δώρα για τα οποία καταβάλλονται τέλη προς τους Θεούς από τους θνητούς, με τη μορφή διαφόρων τροφή προσφερόντων πλουτών, που λαμβάνονται από τη Φύση.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ουσία της θυσίας είναι να ζητήσει κανείς τη συγκατάθεση των «Θεών», για την κατανάλωση πάνω στην οποία βασίζεται η ζωή των θνητών όντων. Ο φιλόσοφος Σαλλούστιος, στο «Περί Θεών και του Κόσμου» τονίζει ότι «... δεδομένου ότι έχουμε λάβει τα πάντα από τους Θεούς, και είναι σωστό να πληρωθεί ο δωρητής μερικά ποσοστά των δώρων του, προσφέρουμε μια τέτοια μικρή ποσότητα των κατοχών. Προσευχές χωρίς θυσίες είναι μόνο λόγια, συνοδευόμενα με θυσίες είναι ζωντανά λόγια. Η λέξη δίνει νόημα στη ζωή, ενώ η ζωή ζωντανεύει τη λέξη».
Προσφέρετε θυσίες αίματος;
Υπάρχουν δύο τύποι θυσιών, αυτές που περιλαμβάνουν τη ροή αίματος (π.χ., τη σφαγή ενός ζώου το οποίο αργότερα εσθίεται κατά τη διάρκεια εορταστικού γεύματος) και οι αναίμακτες. Και οι δύο είναι εξ ίσου ιερές. Ωστόσο σήμερα, η ιερότητα της πρότερης δεν είναι εύκολο να γίνει αντιληπτή, γιατί η ανθρωπότητα έχει απομακρυνθεί από τη φύση και καταναλώνει κρέας ζώων που σφάζονται με αγριότητα χρησιμοποιώντας μηχανικές συσκευές, που αγοράστηκαν σε σούπερ μάρκετ και συσκευάζονται σε πλαστικό. Γι’ αυτό και εμείς εξακολουθούμε να επιμένουμε στην εξάσκηση της αναίμακτης θυσίας.
Η «κατηγορία» που εξαπολύεται από τους Χριστιανούς σχετικά με την αιματηρή θυσία είναι ανέντιμη και υποκριτική. Γίνεται απλά για να μας συκοφαντήσει σε όσους δεν γνωρίζουν πολλά για την Εθνική Θρησκεία μας. Οι Χριστιανοί, οι οποίοι μη θυσιαστικά σφάζουν εκατομμύρια από πρόβατα και γαλοπούλες κατά τους δικούς τους εορτασμούς, έχουν ελάχιστα προβλήματα με τη συνείδησή τους.
Είναι αλήθεια ότι οι αρχαίοι Έλληνες εκτελούσαν ανθρωποθυσίες;
Αυτό είναι απλώς άλλο ένα αηδιαστικό, Χριστιανικό ψέμμα. Με την εξαίρεση των μυθολογικών αφηγήσεων, οι Εθνικές Ελληνικές θρησκευτικές τελετές, ΠΟΤΕ δεν περιέλαβαν ανθρώπινη θυσία. Η δική μας Θρησκεία σχετίζεται εγγενώς και ενστικτωδώς με τη φιλοσοφία, την επιστήμη και όλα τα άλλα πολιτιστικά επιτεύγματα των προγόνων μας, ενώ περιλαμβάνει την πιο επιφανή, ιστορική προσέγγιση του Θείου. Ήταν αυτή η συγκεκριμένη θρησκεία και κοσμοθεωρία που ανακάλυψε και διατύπωσε την έννοια του Ανθρωπισμού. Ως εκ τούτου, ακόμη και η απλή υπόδειξη της ανθρώπινης θυσίας είναι παράλογη, από κάθε άποψη.
Θυσία, όπως προαναφέρθηκε, είναι η ιερή σύμπραξη της κοινωνίας των θνητών με τους Θεούς και μια ευχαριστία για τον πλούτο που παρέχει η Φύση, που περιλαμβάνει μια προσφορά που γίνεται από την πρότερη στην ύστερη. Συνεπώς, είναι προφανές ακόμη και στον απλούστερο, σοβαρό άνθρωπο ότι αυτό δεν μπορεί να περιλαμβάνει ανθρώπινα θύματα.
Μερικοί προσπαθούν να πείσουν τους άλλους ότι η σφαγή των Περσών αιχμαλώτων από τον Θεμιστοκλή πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, και η χρήση ορισμένων καταδικασμένων εγκληματιών ως «φαρμακών» ήταν «ανθρωποθυσίες». Με εξαίρεση τους Μισέλληνες, όλοι εκείνοι που γνωρίζουν για τους προγόνους μας, πρέπει επίσης να γνωρίζουν ότι ΔΕΝ υπάρχει καταγραμμένη περίπτωση επίσημης θρησκευτικής πράξης που αφορά την ανθρώπινη θυσία, σε οποιαδήποτε από τις ανεξάρτητες, αυτόνομες Ελληνικές Πόλεις (κράτη) - κάτι που επιβεβαιώνεται από τις αρχαιολογικές έρευνες. Όλες οι αναφορές σε τέτοιες τελετές ανήκουν αποκλειστικά στον κόσμο της μυθολογικής αφήγησης.
What did Judas Betray?
Question: What did Judas betray?
Answer: Why do you ask? Don't you know? Jesus Christ for thirty pieces of silver.
That much we know well. This is the immediate and thoughtless answer, given blindly. We have surely not asked why he perpetrated the betrayal, even though this is also a very important question. The thirty pieces of silver is a very naive answer that satisfies the believers that have suffered from the brainwashing of faith since childhood. Certainly the four gospels, plenty of hymnography, and traditions justify the betrayal by having put into various passages the thirty pieces of silver. That is, Judas did it because of his hunger for money, to the point that he got so sick by it as to blur his mind and betray his divine teacher. This justification does not convince any unbiased researcher. The thirty pieces of silver are a very cheap excuse, taken from the Hebrew Old Testament, because according to the godly given law of Moses an Israelite could buy or sell a slave with thirty pieces of silver coins (shekels). The gospels and the divines took care of finding more god-inspired justifications.
1. The betrayal happened in order to fulfill pertinent prophesies of the Hebrew Old Testament. Now, what prophesies? You figure them out and check if they refer to these incidents.
2. The god Yahveh had a divine plan for the salvation of the human race from his full-of-love curse against the original forefathers. Judas and his betrayal was a part of this divine plan. (How nice! Then the Christians dare to claim the doctrine of free will!)
3. That is how the god Yahveh wanted the divine drama to be played in the theater of salvation, etc.
Our question here is set as follows. On the basis of the four canonical gospels what did Judas' betrayal consist of? That is, what were the ingredients of the betrayal? First of all, what did Judas betray Jesus as? As a criminal, as a brigand, as a rebel, as what? We ask for an explicit and effortless answer that is implied from the expositions and all the elements that the four canonical god-inspired gospels include. We do not look for a catalog of guesses with all those "maybe this, but not that" or all various hypotheses with "this may have happened in this way, but not in that" etc. We have enjoyed too many of these guesses and hypotheses, which are provided by the inspired theologians when they reach an impasse. I can cook up as many things like these as you like myself. I repeat that we want the explicit and complete answer that is found in the four canonical gospels of the Holy Orthodox Catholic Church.
To be clearer, allow me to explain what I mean. When someone betrays a fellow man, for whichever reasons, to the authorities or the secret services of a state, government, dictatorship, etc. the betrayal contains the following elements:
1. The informer betrays that person as something. As an anarchists, criminal, thief, rebel, communist, fascist, etc.
2. The informer tries to depict his image as accurately as possible. If possible he provides his photograph. His description must make it possible that the suspected person is recognized and arrested at the first opportunity.
3. If the accused person hides himself, the informer tells the authorities where he is staying, what times he goes where and all he knows about the whereabouts of this wanted person so that they can wait for him and arrest him.
4. The informer betrays the secret plans, fuzzy goals, subversive intensions, etc. of the wanted person.
5. The informer says whatever he knows about how the other person thinks, acts, works, recruits others, etc.
6. (You can probably find more elements of this kind that apply here.)
Such an answer that contains any of the above elements does not exist in the gospels. As far as I know, there is no theological or historical answer either. On the contrary, the gospels provide too many elements that categorically overturn the need of any of the above pieces of information. Jesus was with the people and the Jewish authorities every day. He had no secrets. In other words this betrayal was totally unnecessary to the Jews or to the Romans. Everybody knew him well and could find him very easily. He taught and preached without secrets. Every day he was quarreling with the priests, the scribes, the Pharisees and the merchants in the temple. He taught everywhere and wrought miracles and wonders. The first three gospels, the synoptics, state that when the Jewish authorities with the priests were about to arrest Jesus he felt strangely and protested that "well, every day I was with you teaching in the Temple and you did not spread your arms on me to arrest me, and now you have come with sticks and knives to arrest me as a thief in the middle of the night..." John's gospel tells us that Jesus said to the Jewish authorities "I have always spoken openly and in secret I have said nothing..." Mark is also conveying the two funny and inconsequent lines of the episode of the naked youth that jumped out in the darkness of the night... It is very curious what a naked young man wanted that time of the night by endangering himself with the priests and 100 Roman spear-bearers. Matthew, who is considered more factual, says nothing about the composition of Judas' betrayal. So, four wrote about it, two of whom (Matthew and John) were from the twelve and therefore eye witnesses, and still they were not enough or able to give us these pieces of information that a natural, sincere and effortless exposition of the events of such a case demands. That is, as what did Judas betray Jesus? As a thief, as a blasphemer, as a rebel, as what? Very strange things indeed, for in Judas' case, as portrayed in the gospels, the betrayal is sudden, catastrophic and without any known and concrete motive.
So we repeat our question: On the basis of the four canonical gospels what did Judas betray Jesus as and what did his betrayal consist of? We await a clear answer... from the servants of the Judeo-Christian disastrous Religion. We will be greatly indebted if we receive a satisfactory one.
Along with this very important question, the next basic and serious questions on various pertinent topics arise:
1. Why a destitute group of Galilean beggars found a Jew, from the other part of the country, and appointed him to be the treasurer of their company and hold the moneybox? (Their Lord's orders were not to keep any money on them and not to think about tomorrow; only to get the necessary food and lodging of the day, as offered to them.)
2. In contradiction, let us assume for a moment that this group of pauper servants of the invalid and the miserable people needed someone to manage their bursar affairs. Then, why did they find a stranger from a distant side of the country? Did not the whole of Galilee have an accountant? Matthew as a tax collector publican would have been the most appropriate one.
3. Why did Jesus accept Judas into his ranks?
4. Why such a petty sum of thirty pieces of silver was enough to make him perpetrate such a betrayal against his so benevolent, holy and miracle-worker teacher?
5. What better thing did he think that he would achieve with his betrayal?
6. Why the other eleven disciples did not arrest him as soon as Jesus openly and explicitly revealed him during the Last Supper.
7. Why was Judas necessary to identify, by kissing, a very well known man, whose frequent places were known to anyone?
8. Why they did not bring him to the trial as a witness, even by force, but instead they brought false witnesses?
9. For what reason did he repent? Just because of remorse of conscience?
10. Why was his repentance manifested by the useless act of suicide, by hanging himself according to Matthew? According to Luke, in the book of Acts, the end of Judas occurred by a totally different way. How is it possible to have such a glaring contradiction between Matthew and Luke? What is the meaning of this inspired contradiction?
11. Why instead of suicide, didn't he try to do whatever was possible to him to even desperately save his teacher in those ultimate moments?
12. Finally for what reason did Judas Betray his Lord? Because of the waste of the expensive perfume in Bethany; because of the thirty pieces of silver; because of both; because he went crazy; because Satan entered him; to make the Old Testament scriptures turn true; to play the predestined role in Yahveh's theater of salvation; because of what reason anyway?
It seems most likely that various unknown authors among whom are the authors of the gospels got involved into a myth making to purposely verify the so-called prophesies or they wrote reflections of other stories and myths. Therefore they had to improvise in order to make up the shape and form of Judas that would serve their fairy-tales, which in turn they push unto the illiterate, miserable and naïve mobs.
However, none of these simple objections, here put in the form of questions for any objective scholar, is allowed to enter the divine drama of the gospels. The gospel-narrations demand the sudden emergence of a very strong shock together with a tragic arousal of sentimentality. In no way do they allow any room for logic, rationalism and the deductive method of cause and effect.
We await answers to these basic questions... from the servants of the Christian scourge. We will feel indebted if we ever receive them.
With the opportunity of all the above questions let us pose a few more for which we seek answers based again on and proven by references from the four canonical gospels and the Christian history.
1. Who finally condemned Jesus? That is, who pronounced and announced the final guilty verdict? Is there any clear answer in the god-inspired gospels?
* The Jewish court council, Sanhedrin, consisted of 71 members?
* Kaifas?
* Annas?
* Pilate?
* Herod Antipas?
* The mob?
* All of the above?
* None of the above?
* Someone else?
* Finally who?
2. What was the formal reason, on account of which Jesus was condemned to ultimate punishment by the manner of the awful Roman crucifixion? What was his crime that deserved such a capital punishment? What did the secretary (-ies) of the court, that issued this awful guilty verdict and sentence to death, write down in the official minutes? Because:
* He called himself Son of God (Yahveh)?
* He did not keep the Law of Moses?
* He blasphemed God (Yahveh) by calling himself his son and other stuff like that?
* He resurrected Lazarus? (Please note, that Lazarus' resurrection is exposed only in the gospel according to John. Matthew and Peter, even though they were eyewitnesses did not consider it that important as to refer to it. Does this say something to anyone of you?)
* He lied by claiming that he could demolish and erect anew the temple of Solomon within three days, by hands or without hands, or by divine powers that he only possessed?
* He violently expelled the merchants from the temple?
* He very frequently quarreled with the high Priests, the Scribes and Pharisees and launched at them uninhibited tirades?
* He was envied and hated by the Jewish leaders for many reasons?
* His polemics against Herod Antipas, the tetrarch king of Galilee?
* He turned against the Roman authority
* He pushed the people to pay or not to pay taxes to the Romans?
* He named himself king of Israel or king of the Jews?
* He did not respect Caesar?
* What was the reason from all the above reasons and maybe more not listed here, anyway?
3. Who arrested Jesus?
* The Jews with their own police force?
* The Romans with a cohort of soldiers?
* The mob with sticks and knives?
* The Gentiles?
* All together?
* Some of the above?
4. Who crucified Jesus?
* The Jews?
* The Romans?
* The Gentiles?
* All together?
* Some of the above?
5. In how many ways does the Gospel according to Mark end, in the manuscripts and codices that have reached us since the year 325 C.E.? Why are there five or six such different ways? What has happened with the godly inspiration? Why the originals of the Gospels (referred back to 185 C.E. by the bishop of Lyon Irenaeus) have vanished from the face of earth?
Anybody able to answer these questions, or objections if he or she likes, clearly and precisely along with the substantiating elements of his or her answers, is kindly requested to publish them all worldwide. He or she will perpetrate an immense benefaction not just to us (the writer and those who agree with him), but also to the whole wretched humanity and civilization. We thank him or her from this moment.
Ioannis, Neoklis Philadelphos, Markos Roussos
Doctor, Professor of Mathematics
B.S. 1977, National and Kapodistrian University of Greece
M.S. 1982, Ph.D. 1986, University of Minnesota
Was Jesus Christ the Son of God or just a man?
My approach will be first to question the historical accuracy of the gospels. Second, take a look at the alleged supernatural happenings surrounding Jesus and thirdly, highlight some of the emotions displayed by Jesus to show that he was just a man.
Almost everything known about the historical Jesus comes from reports of his followers years after his death so it’s impossible to construct the life and times of Jesus in the conventional sense of a biography. Jesus wrote no books, no one has left us a physical description of what he looked like, nor do we possess any biographical information. We only have that weapon of mass deception – the gospels – a compilation of sayings and deeds attributed to Jesus, the myths surrounding him and the testimonials of those who came long after him.
Much that is attributed to Jesus has in fact been adopted from other religions. For example: A comparison between Jesus Christ and the Indian god Krishna reveals some 29 identical or similar incidents in their lives. There are also many similarities between Buddhist stories and those in the New Testament. Buddha’s mother was a virgin, he fasted for 49 days and was tempted by Satan. He performed healing miracles and fed 500 persons with one small cake. Yet these stories about Buddha preceded Jesus by over 5 centuries.
Many of the sayings attributed to Jesus can be found in the Buddhist scriptures. Even the well-known Sermon on the Mount for example has been shown to have been taken almost word for word from a manuscript written centuries before Jesus was born.
The ancient Babylonian sacred teaching said, 'Do not return evil to your adversary; Requite with kindness the one who does evil to you, Maintain Justice for your enemy, Be friendly to your enemy.' (The Akkadian Councils of Wisdom, cited in Pritchard's Ancient Near Eastern Text.)"
Other ideas preceding the Bible include the stories about the Garden of Eden, the birth of woman from man, Noah’s flood, the Tower of Babel and the story of Moses and the bulrushes, All have been borrowed from Mesopotamian peoples. So there is no doubt that Christians plagiarised the ideas from the religious writings of others.
Now let’s separate the myths from the facts. We are told that Jesus was born about year 4 of the Common Era and was executed about 30 years later. He was reputed to be the Son of God and a Messiah.
He was in fact only one of many who claimed to be Messiahs at that time and who were allegedly performing miracles. Many of these so-called healing miracles consisted of casting out demons. If you want to believe in demons, that’s your prerogative, but don’t try to claim a refund from Medibank.
The story of the baby being born in a stable at Bethlehem is one of the most powerful myths ever given to the human race. For a myth it is.
According to the gospel of Luke, Jesus was born at the time when Caesar Augustus required everyone to take part in a census. This at the time when Quirinius was governor of Syria and Herod was king of Judea. However, the facts are: - First, no historian of the Roman Empire makes any mention of a universal census in the reign of Augustus. Second, King Herod died four years before the Common Era began and third, Quirinius was not the governor of Syria during the reign of Herod.
We also know that in the 2nd century, Christianity was in conflict with other religions and needed an official body of sacred texts. The books of the New Testament were canonised in 180 AD, and even today are still regarded by many believers as divinely inspired records written by the apostles. Yet neither they nor eyewitnesses in fact wrote any of them. They were all written between 65 AD and 95 AD.
From accounts written by Roman historians such as Tacitus and Pliny the Younger, the Greek theologian Origen, and the Jewish historian Josephus, we know that Jesus lived. But there is no mention by any of them of his birth, his ministry or miracles.
So much for the historical accuracy of the gospels.
Now let’s take a closer look at the virgin birth, a myth that is generally accepted as being prime evidence that Jesus was not just a man.
Evidence for the “virgin birth� is very slim to say the least. The gospel according to John doesn’t even mention it. The Epistles of St Paul doesn’t mention it and neither does Mark. According to Matthew however, an angel of the Lord visits Mary and she is told that “the Holy Ghost shall come upon thee and that the holy thing which shall be born of thee shall be called the Son of God.�
Now let’s examine the principal characters in that story to see just how plausible it is.
First of all the angel. The traditional idea of an angel is a winged figure in human form. A simple anatomical analysis however will show just how absurd is such a conception. For a being in human form to fly using its own motive power, it would require wings ten times larger than its body. It would need chest muscles twice the size of a full-grown male gorilla, hollow bones and legs no thicker than a stork. Anything so physically disproportioned would also need to wear permanent leg irons or crutches to support it.
It also begs the question from whence came this monstrosity.
Next the Holy Ghost.
Christians believe that there are three personifications for their god. They are the Father, Son and the Holy Ghost. God is said to be omnipresent, that is, he is everywhere at the same time. This being so he cannot contract himself as he would cease to be omnipresent. How then did the Holy Ghost part of God have relations with Mary? Furthermore, as Jesus, the only begotten son of the Father existed from all eternity being coeternal with his Father, He was begotten a second time when he was born of the Virgin Mary. This time of the Holy Ghost. The final blow to the story comes from Matthew when he discredits it by saying “Joseph begat Jesus� which implies that Joseph was Jesus’ biological father.
From what I have just said we can conclude that there was nothing untoward about the birth of Jesus. It was simply a fairy tale concocted to create the idea that Jesus was the Son of God and not just a man.
In passing, I should mention that Virgin births are not as rare or miraculous as one would first believe. They feature in many myths well before the birth of Jesus. Buddha was the son of the virgin Maya Devi. Devaki was the virgin mother of Krishna. Shin-mu was a Chinese virgin goddess and Princess Isis was the Egyptian daughter of the virgin queen Geb.
The so-called virgin birth then can be seen as being no more than a fantasy borrowed from other ancient myths. No credence can be given the idea that Jesus was anything other than a human being born of other human beings.
Now let’s look at the claim that. Jesus had supernatural powers enabling him to perform miracles.
Many of the so-called miracles in the New Testament, such as turning water into wine and raising the dead are in fact not miracles at all but parables. Others can be dismissed as elaborations, fabrications, myths or embellishments and tend to get bigger and better as time goes by. Among the myths are the Resurrection and Ascension in which Jesus allegedly rose from the dead and ascended into heaven. According to Matthew 27:52, at the time of Jesus’ death “the tombs were opened and many bodies of the saints that had fallen asleep were raised.�
So we are treated to the spectacle of a dead Jesus and a squadron of zombies shooting off into space. A highly improbable scenario.
Think about it. It takes an enormous amount of power to overcome gravity. You can’t do it on a can of baked beans. Furthermore, even when you escape the Earth’s gravitational pull you remain forever in orbit. While all sorts of man made junk can be detected in space there has never been a report of dead bodies. In reality what probably happened after the crucifixion? Excavations have shown that when one is crucified a nail is driven through the heels and nails are driven through the wrists. Not the hands as is usually depicted because the weight of the body would simply pull it off the nails. It would appear that in order to stay alive on the cross the weight of the body had to be allowed to rest on the legs.
The Bible tells us that Jesus was alive until three o’clock in the afternoon and states that from the sixth hour until the ninth hour darkness fell upon the land. It has been assumed from that that Jesus only lasted three hours before dying. John 19:25-29.
According to Jewish ritual custom, it was contrary to their law for a body to be left dying on a cross after sundown. To hasten death before sundown soldiers would break the legs of the crucified. In the case of Jesus’ crucifixion only the two crucified with him had their legs broken. Jesus was not touched and therefore was either already dead or appeared to be when taken off the cross. John 19: 30-38. That he was still alive when taken down was confirmed by his disciples and Mary Magdalene who reported seeing him walking around and talked to him at a later time. John 20; 2-18. To suggest that he then took off into outer space is sheer fantasy.
It should be noted that once again, no impartial historian of the time or after that time mentions anything about three hours darkness; saints coming out of their graves, the earth quaking or any other supernatural happenings. This would seem to confirm that the supernatural claims in the New Testament are fictitious, borrowed or contrived.
Now let’s look at the emotions displayed by Jesus for this is the most compelling evidence of all that Jesus was just a man.
The recorded sayings of Jesus are unclear and set out in parables so that no consistent ethical doctrines can be extracted from them. By its emphasis on individual salvation it appeals essentially to selfish motives and has almost nothing to say about social and public duties. Jesus was therefore selfish and preached selfishness.
Jesus threatened his opponents with hellfire and instilled fear. He was therefore a bully. As a result of his teachings, in later centuries, the self-appointed fanatics who promulgated those teachings were ready to torture and burn those who didn’t conform. Jesus therefore incited and condoned violence. Further examples of his violent and divisive nature can be read in Matthew 10:34, where he said, “Do not think that I came to bring peace on earth. I did not come to bring peace but a sword. For I have come to set a man against his father, a daughter against her mother.�
In Luke 13:32 we read that Jesus called Herod “An old fox�. And when the Pharisees and Suducees came to be baptised Jesus called them “a brood of snakes�. So Jesus was guilty of name calling, prejudice and discrimination.
Jesus made a whip of knotted cords and drove the cattle and sheep from the temple overturning the money changers’ tables. In so doing, Jesus demonstrated human emotions such as intolerance, a short temper, cruelty to animals and violence. Jesus was also boastful saying “Destroy this temple and I’ll rebuild in it three days.� John 2:12-22. At Lake Galilee Jesus said to his apostles “All authority here and in heaven has been given to me.� And in Luke 11:23 we read, “He who is not with Me is against Me, and he who does not gather with Me scatters.� Here Jesus demonstrates arrogance and self-aggrandisement.
Jesus was also an egomaniac, who demanded total subservience. In Luke 14:33 He says, “whoever of you does not forsake all that he has, cannot be My disciple.�
Jesus was petty, spiteful and irrational. He killed a fig tree that happened not to have figs on it when he was passing by. Matthew 21:19.
Jesus was also hung up on sex and was a sadist. In Matthew 19:12 He councils against marriage, and even promotes self-castration. Again in Matthew we have masochistic advice “If your hand or foot causes you to sin, cut it off� and “it is best to pluck out your eye if it’s causing sin�.
Jesus expressed self doubts. When challenged by the Devil to prove that he was the Son of God by changing a stone into a loaf of bread, Jesus refused. Luke 3: 21-23.
Jesus also made false promises. In Mark, Luke and Matthew we read of Jesus promising that the Son of God will return within the lifetime of the generation then living. Generation after generation has passed since that time and the prophecy remains unfulfilled.
Jesus therefore had, and displayed all the emotions and failings we attribute to mortal beings. He was just a man.
Finally, in the Acts of the Apostles, we read “Then as they watched, Jesus rose in the air, disappeared in a cloud and was lost to sight. One of them asked the Galileans “why do you stand gazing into the sky? They replied, “He’ll be back, and when he returns it will be very much as you have seen him leave.� That was over two thousand years ago.
In summary, I have shown that the gospels cannot be relied upon as accurate historical records as we have extensive documentation by Roman historians that show glaring inconsistencies between the facts and conditions prevailing at the time with those recorded in the gospels. In these records there is nothing to indicate that Jesus was the Son of God, could perform miracles or ascended into heaven.
Much of the material recorded in the Bible and the gospels has been plagiarised from other religious texts. They are therefore irrelevant and cannot be taken as evidence of the life and times of Jesus.
Many of the so-called miracles attributed to Jesus were in fact parables and others were simply myths or fabrications. Some of these I have discredited – the Virgin birth and the ascension, and have demonstrated the improbability of angels and the Holy Ghost.
Passages quoted from the gospels that show overwhelmingly that Jesus possessed and displayed the same emotions as any other human being, and that Matthew himself implies that Jesus was only the human offspring of human parents.
Attention has been drawn to the fact that the disciples and Mary Magdalene saw and spoke to Jesus after he was taken off the cross, which proves conclusively that he was still alive after crucifixion.
Regardless of whether Jesus died on the cross or was still alive when taken down the simple fact remains that he has long been dead and buried. That fact cannot be disputed and should convince one beyond any reasonable doubt that Jesus was not the son of God but just a man.
CHRISTIAN LIES / ΧΡΗΣΤΙΑΝΙΚΑ ΨΕΜΑΤΑ
Author:
Margaret Knight
In 1955 I gave two broadcast talks on Morals without Religion, in which I suggested that Scientific Humanism was the natural successor to Christianity. The broadcasts caused some excitement: and many Christians protested, with varying degrees of vehemence, that it was a pity I did not know more about the religion I had so irresponsibly attacked.
I thought there might be something in this. Up to the time of the broadcasts, I had been interested in philosophical theism rather than in historical Christianity, about which I knew no more than the average layman who has had a nominally Christian education. So I decided to fill this gap in my knowledge. In the last few years I have studied the Bible diligently, and now, I suspect, know a good deal more about it than the average vicar; and I have also read many books about the origins and history of the Church. This reading has altered my view profoundly.
At the time of the broadcasts, I held two assumptions that were common among the more highbrow type of sceptic. These were (i) that Jesus, though he was deluded in believing himself to be the long-awaited Jewish Messiah, was, nevertheless, a great moral teacher, and a man of outstanding moral excellence, and (ii) that though Christianity is now rapidly being outgrown, it was a great force for good in its day. In the light of wider knowledge, both assumptions now seem to me to be false. I now incline to the view that the conversion of Europe to Christianity was one of the greatest disasters of history.
"GENTLE JESUS"
To deal first with the personality of Jesus. If one reads the Gospels with a fresh mind, one gets a picture of the founder of Christianity that is quite startlingly different from the traditional "gentle Jesus". The conception of Jesus as meek and gentle may derive in part from his refusal to plead his cause before Pilate. But Jesus may well, by this time, have identified himself with the "suffering servant" of Isaiah 53 ("He is brought as a lamb to the slaughter, and as a sheep before her shearers is dumb, so he openeth not his mouth") - and have been consciously fulfilling the role for which he believed he was prophetically destined.
In his preaching, he continually extolled loving-kindness and meekness, but, as so often happens, his practice fell short of his precepts. He was, it is true, gentle and affectionate towards his disciples and towards those who took him at his own valuation: and he was tolerant towards self-confessed sinners. But he was a fanatic; and, like most fanatics, he could not tolerate disagreement or criticism.
Towards the Pharisees and others who were sceptical of his messianic pretensions, he was often savagely vindictive. Any hint of criticism, any demand that he should produce evidence for his claims, was liable to provoke a torrent of wrath and denunciation. Most of Chapter 23 of St. Matthew's Gospel, for example, is not as we are encouraged to regard it, a lofty and dignified rebuke: it is what on any other lips would be described as a stream of invective. "Woe unto you scribes and Pharisees, hypocrites! for ye are like unto whited sepulchres, which, indeed, appear beautiful outward, but are within full of dead men's bones, and of all uncleanness. . . Ye serpents, ye generation of vipers, how can ye escape the damnation of hell?"
This can hardly be called loving one's enemies. Jesus, in fact, was typical of a certain kind of fanatical young idealist: at one moment holding forth, with tears in his eyes, about the need for universal love; at the next, furiously denouncing the morons, crooks and bigots who do not see eye to eye with him. It is very natural and very human behaviour. But it is not superhuman. Many of the great men of history (for example, Socrates) have met criticism with more dignity and restraint.
HISTORICAL CHRISTIANITY
Clerics frequently refer to "the Christian message" of love and human brotherhood. But there is nothing exclusively Christian about this message; it is basic to modern Humanism, as it was to the pre-Christian Humanism of China, Greece and Rome. In the 6th century B.C. Confucius propounded the Golden Rule and Lao-Tzu enjoined his followers to "requite injuries with good deeds". And later the Stoics, among others, emphatically proclaimed the brotherhood of man regardless of race or nation. There is no ground whatever for the claim, so often made by religious apologists, that these ideals are specifically Christian and originated with Jesus.
What were specifically Christian were some less enlightened teachings, which have done untold harm. Christians claim that organised Christianity has been a great force for good, but this view can be maintained on one assumption only: that everything good in the Christian era is as a result of Christianity, and that everything bad happened in spite of it. But, as a matter of historical fact many of the worst features of life in the ages of faith (and later) have stemmed directly from the teaching of the Church. Outstanding among these features are the doctrine of hell, intolerance and persecution, anti-intellectualism, asceticism, other-wordliness, and the condonation of slavery.
The hideous doctrine of eternal torment after death has probably caused more terror and misery, more cruelty and more violation of natural human sympathy, than any religious belief in the history of mankind. Yet this doctrine was unambiguously taught by Jesus. "The Son of Man shall send forth his angels, and they shall gather out of his kingdom all things that offend, and them which do iniquity; and shall cast them into a furnace of fire: there shall be wailing and gnashing of teeth" (Matt. Ch. 14): "Then shall he say also unto them on the left hand, Depart from me, ye cursed, into everlasting fire...And these shall go away into everlasting punishment" (Matt. Ch. 25): "He that shall blaspheme against the Holy Ghost hath, never forgiveness, but is in danger of eternal damnation" (Mark, Ch. 3).
The Roman Catholic Church still teaches the doctrine of eternal punishment, but the current tendency among Protestants is to say that Jesus' pronouncements on this subject were "symbolic". But no one has yet answered the question why, if Jesus did not intend his statements about hell to be taken literally, he made them in a form that ensured that they would be taken literally. Why, in other words, did he deliberately mislead his hearers? If he was God, he must sureIy have been able to foresee what disastrous results would follow.
INTOLERANCE AND PERSECUTION
No other religion has such a bloodstained record as Christianity. During the ages of faith the Church argued, not illogically, that any degree of cruelty towards sinners and heretics was justified, if there was a chance that it could save them, or others, from the eternal torments of hell. Thus, in the name of the religion of love, large numbers of people were not merely killed but atrociously tortured in ways that make the gas chambers of Belsen seem humane. Europe, also, was frequently devasted by religious wars, which destroyed a far higher proportion of the population than the global wars of the twentieth century. The Thirty Year's War, for example, reduced the population of Germany by a third.
ANTI-INTELLECTUALISM
Jesus exhorted his followers to "become as little children", and the Church throughout history has extolled credulity, and feared and distrusted the free intelligence. During the Dark Ages the Church was in control of education, and for centuries scarcely anyone who was not a potential priest learned to read or write.
One of the most persistent fallacies about the Christian Church is that it kept learning alive during the Dark and Middle Ages. What the Church did was to keep learning alive in the monasteries, while preventing the spread of knowledge outside them. To quote W.H. Lecky, "The period of Catholic ascendancy was on the whole one of the most deplorable in the history of the human mind...The spirit that shrinks from enquiry as sinful and deems a state of doubt a state of guilt, is the most enduring disease that can afflict the mind of man. Not till the education of Europe passed from the monasteries to the universities, not till Mohammedan science, and classical free thought, and industrial independence broke the sceptre of the Church, did the intellectual revival of Europe begin" (History of European Morals, Ch. IV). Even as late as the beginning of the nineteenth century, however, nine-tenths of Christian Europe was illiterate.
ASCETICISM AND OTHER WORLDLINESS
Jesus was a celibate, who appeared to regard sexual love as displeasing to God. "The children of this world marry, and are given in marriage: but they which shall be accounted worthy to obtain that world, and the resurrection from the dead, neither marry nor are given in marriage" (Luke, Ch. 20). "There be eunuchs, which have made themselves eunuchs for the kingdom of heaven's sake" (Matt. Ch. 19). This tendency was even stronger in Paul. "It is good for a man not to touch a woman...But if they cannot contain, let them marry: for it is better to marry than to burn" (I Cor., Ch. 7). This attitude accounts in part for the strong neurotic and masochistic strain in Christianity.
Jesus believed that the Last Judgement was at hand "And as ye go, preach, saying, The kingdom of heaven is at hand" (Matt. Ch. 10). "There be some standing here that shall not taste of death, till they see the Son of Man coming in his kingdom" (Matt., Ch. 16). "This generation shall not pass till all these things be fulfilled" (Matt., Ch. 24). "The kingdom of God is at hand" (Mark, Ch. 1). Jesus' moral teaching was therefore directed mainly towards getting believers into heaven: he showed little concern for the affairs of this world.
Later, the Church ceased to believe that the end of the world was imminent, but it still held that this life was no more than a momentary prelude to eternity, and of little importance except as a preparation for the life to come. Thus throughout most of its history the Church has been indifferent to social progress and social reform. It has encouraged its members to regard suffering and misery as part of the inscrutable decrees of Providence; to be patient under wrong and oppression; to accept evil instead of resisting it: all in the certainty that things would be put right in the next world.
To a privileged minority this attitude has obvious advantages, in that it helps to keep the unprivileged majority resigned to their lot, but it has retarded human progress for centuries. The emancipation of slaves and of women, and factory reform in the nineteenth century are three progressive struggles which the laity waged themselves with little or no support from the clergy.
SLAVERY
There is no justification for the common claim that Christianity was responsible for the abolition of slavery. The Negro slave trade - a far more infamous practice than slavery in the ancient world - was initiated, carried on and defended by Christian men in Christian countries. To quote H.A.L. Fisher, "It is a terrible commentary on Christian civilisation that the longest period of slave-raiding known to history was initiated by the action of Spain and Portugal, France, Holland and Britain, after the Christian faith had for more than a thousand years been the establised religion of Europe" (History of Europe, Chap. 23).
The abolitionist movement took its impetus, not from Christianity which had condoned slavery for centuries, but from the secular humanitarianism of the Enlightenment. Many of the leading abolitionists were unbelievers - Condorcet and other leading figures of the Revolution in France, Abraham Lincoln in America, Fox and Pitt in Great Britain.
Christians like William Wilberforce who actively opposed the slave trade were far from typical: with the honourable exception of the Quakers, the attitude of most of the Churches towards abolition was in America actively hostile, and in Britain (to use Wilberforce's own words) - "shamefully lukewarm". The Churches, of course, had no difficulty in citing: scriptural authority for their attitude. The Old Testament condones it (Leviticus, 25, 44-46): and St. Paul told slaves to obey their masters (Colossians, 3, 22). (The Greek word for slave, "doulos", is wrongly translated as "servant".)
THE ESTABLISHMENT
The indictment against Christianity is formidable and when Christians today grow indignant about obscurantism, intolerance and ideological persecution in Communist countries, they would do well to remember that the Church in the ages of faith had a far worse record. This is not to deny that the Church has also done some good, so too has Communism. But the crucial fact, surely is that, as Voltaire remarked, "Men who believe absurdities will commit atrocities." One of the best ways to improve men's behaviour is to enlighten their minds, and today, against the strong opposition of the Church and the Establishment, Scientific Humanism is attempting to do just that.
Margaret Knight, Lecturer in Psychology
Aberdeen University